Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | ρετροϊός | οι | ρετροϊοί |
γενική | του | ρετροϊού | των | ρετροϊών |
αιτιατική | τον | ρετροϊό | τους | ρετροϊούς |
κλητική | ρετροϊέ | ρετροϊοί | ||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
ρετροϊός < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
ρετροϊός αρσενικό
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
ρετροϊός
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License