.
Παλινωδία σημαίνει η με νέα ωδή (τραγούδι) αναίρεση του περιεχομένου προηγούμενης ωδής. Χαρακτηριστική έμεινε στην ιστορία η "παλινωδία του Στησιχόρου" με την οποία εγκωμίασε την ωραία Ελένη όταν σε προηγούμενη ωδή του την εξύβριζε, όπου και κατά την παράδοση ανέκτησε την όρασή του.
Σήμερα η λέξη επεκράτησε μεταφορικά να σημαίνει αναστροφή γνώμης ή στάσης προς συγκεκριμένο ζήτημα. Χώρος στον οποίο απαντώνται οι περισσότερες παλινωδίες είναι η πολιτική. Το δε ρήμα "παλινωδώ" ενώ θα έπρεπε να σημαίνει κυριολεκτικά ανασυνθέτω τραγούδι, ή τραγουδώ σε νέα εκτέλεση, εντούτοις η χρήση του γίνεται ως συνώνυμο του ανακαλώ, αναιρώ οτιδήποτε προηγούμενο έχει λεχθεί (από το ίδιο πρόσωπο).
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License