ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο



ορόσημο

Ελληνικά

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ορόσημο τα ορόσημα
      γενική του οροσήμου
& ορόσημου
των οροσήμων
& ορόσημων
    αιτιατική το ορόσημο τα ορόσημα
     κλητική ορόσημο ορόσημα
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

ορόσημο < όρος + σήμα + -ο ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική landmark)

Ουσιαστικό

ορόσημο ουδέτερο

σημάδι που τοποθετείται προς κατάδειξη των ορίων μιας έκτασης
γεγονός ή στιγμή που συνιστά σταθμό στην ιστορία

Η αντιπαράθεσή μας θα αποτελέσει ορόσημο για την υπόλοιπη ζωή μας.

Μεταφράσεις
ορόσημο

αγγλικά : landmark (en)
ισπανικά : mojón (es)
ιταλικά : pietra miliare (it)
ουγγρικά : határkő (hu)
πορτογαλικά : marco (pt)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License