ονοματεπώνυμο
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ονοματεπώνυμο | τα | ονοματεπώνυμα |
γενική | του | ονοματεπωνύμου | των | ονοματεπωνύμων |
αιτιατική | το | ονοματεπώνυμο | τα | ονοματεπώνυμα |
κλητική | ονοματεπώνυμο | ονοματεπώνυμα | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
ονοματεπώνυμο < ὀνοματεπώνυμον (η λέξη μαρτυρείται από το 1896) ονοματ- + επώνυμο, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική nom et surnom[1]
Προφορά
ΔΦΑ : /ɔ.nɔ.ma.tε'pɔ.ni.mɔ/
Ουσιαστικό
ονοματεπώνυμο ουδέτερο
το όνομα και το επώνυμο
Δείτε επίσης
Ανθρωπωνύμια στο Βικιλεξικό
Μεταφράσεις
ονοματεπώνυμο
γαλλικά : nom et surnom (fr)
Αναφορές
ονοματεπώνυμο στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License