οχλαγωγία
Ελληνικά
↓ πτώσεις ενικός πληθυντικός
ονομαστική η οχλαγωγία οι οχλαγωγίες
γενική της οχλαγωγίας των οχλαγωγιών
αιτιατική την οχλαγωγία τις οχλαγωγίες
κλητική οχλαγωγία οχλαγωγίες
Παράρτημα
Ετυμολογία
οχλαγωγία < μεσαιωνική ελληνική οχλαγωγία < ελληνιστική κοινή ὀχλαγωγία < αρχαία ελληνική ὄχλος + ἄγω
Προφορά
ΔΦΑ : /ɔ.xla.ɣɔ.ˈɣi.a/
Ουσιαστικό
οχλαγωγία θηλυκό
θορυβώδης συγκέντρωση κόσμου
Άλλες μορφές
χλαλοή
Συνώνυμα
οχλοβοή
φασαρία
θόρυβος
Συγγενικές λέξεις
οχλαγωγικός
→ δείτε τις λέξεις όχλος και άγω
Μεταφράσεις
οχλαγωγία
αγγλικά : hubbub (en)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License