νυκτεγερσία
Ελληνικά
νυκτεγερσία < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
νυκτεγερσία θηλυκό
νυκτερινή έγερση για αντιμετώπιση κινδύνου
αγρυπνία κατά τη νύχτα σε επίσημες ημέρες θρησκευτικών εορτών
αρχ.
νυκτερινή φρουρά
Μεταφράσεις
νυκτεγερσία
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License