ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


νόθος

Ελληνικά

πτώση ενικός
ονομαστική νόθος νόθη νόθο
γενική νόθου νόθης νόθου
αιτιατική νόθο νόθη νόθο
κλητική νόθε νόθη νόθο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική νόθοι νόθες νόθα
γενική νόθων νόθων νόθων
αιτιατική νόθους νόθες νόθα
κλητική νόθοι νόθες νόθα

Ετυμολογία

νόθος < αρχαία ελληνική νόθος

Επίθετο

νόθος -η/(-α)-ο

ο εξώγαμος
που αποδίδεται εσφαλμένα σε κάποιο συγγραφέα, όντας ψευδεπίγραφο ή με σκοπό την εξαπάτηση
ασαφής, συγκεχυμένος, παραπλανητικός

Συνώνυμα

μπάσταρδος
πλαστός, κίβδηλος

Αντώνυμα

γνήσιος

Πολυλεκτικοί όροι

νόθες πλευρές
νόθο κλάσμα
νόθες δίφθογγοι
νόθο σύνθετο: η σύνθετη λέξη της οποίας το πρώτο συνθετικό είναι μια πτώση ενός ονόματος. Π.χ. πασίγνωστος, δορίκτητος

Μεταφράσεις
νόθος

αγγλικά : illegitimate (en), bastard (en) (1)
γαλλικά : adultérin (fr) (1)


Αρχαία ελληνικά (grc)
Επίθετο

νόθος -η/-ος -ον

νόθος, εξώγαμος

κούρην δὲ Πριάμοιο νόθην ἔχε͵ Μηδεσικάστην (Ομήρου Ιλιάδα, Ν 173)

πλαστός, ψεύτικος

νόθον εὐσέβειαν (Φίλων Ιουδαίος, Περί των Χερουβίμ, 94.7)

Αντώνυμα

γνήσιος

Συγγενικές λέξεις

νὀθως

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License