νον πέιπερ
Ελληνικά
Ετυμολογία
νον πέιπερ < αγγλική non-paper < non + paper < παλαιά γαλλικά papier < λατινική papyrus < αρχαία ελληνική πάπυρος (αντιδάνειο)
Ουσιαστικό
νον πέιπερ ουδέτερο άκλιτο
σημείωμα ή έγγραφο που διακινείται ανεπίσημα σε περιορισμένο κοινό και δεν ανακοινώνεται ούτε κοινοποιείται σε τρίτους
Μεταφράσεις
νον πέιπερ
αγγλικά : non-paper (en)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License