ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


νιάτα

Ελληνικά

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα νιάτα
      γενική των νιάτων
    αιτιατική τα νιάτα
     κλητική νιάτα
Παράρτημα

Ετυμολογία

νιάτα < μεσαιωνική ελληνική τα νεάτα < τα νεότα < αρχαία ελληνική νεότης

Προφορά

ΔΦΑ : /ˈɲa.ta/

Ουσιαστικό

νιάτα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

η νεότητα, η χρονική περίοδος της ζωής ενός ανθρώπου κατά την οποία αυτός είναι νέος

≈ συνώνυμα: νεότητα
≠ αντώνυμα: γεράματα
θυμάμαι τα νιάτα μου

συλλογικά οι νέοι άνθρωποι

τόπο στα νιάτα!

Μεταφράσεις
νιάτα

αγγλικά : youth (en)
εσπεράντο : juneco (eo)
γαλλικά : jeunesse (fr)
ισπανικά : juventud (es), mocedad (es)
πολωνικά : młodość (pl)

τόπο στα νιάτα!

γαλλικά : place aux jeunes ! (fr)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

νιάτα

νιάτο, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License