μοιρολόγι
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μοιρολόγι | τα | μοιρολόγια |
γενική | του | μοιρολογιού | των | μοιρολογιών |
αιτιατική | το | μοιρολόγι | τα | μοιρολόγια |
κλητική | μοιρολόγι | μοιρολόγια | ||
Παράρτημα |
Ετυμολογία
μοιρολόγι < μεσαιωνική ελληνική μοιρολόγι με κατάληξη -λόγι. Δείτε και μοιρολόι
Προφορά
ΔΦΑ : /mi.ɾɔˈlɔ.ʝi/
συλλαβισμός : μοι‐ρο‐λό‐γι
Ουσιαστικό
μοιρολόγι ουδέτερο
άλλη μορφή του μοιρολόι
«Το μοιρολόγι της φώκιας» είναι τίτλος διηγήματος του Παπαδιαμάντη
Μεταφράσεις
μοιρολόγι
→ δείτε τη λέξη μοιρολόι
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License