λιποθυμία
Ελληνικά
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | λιποθυμία | οι | λιποθυμίες |
γενική | της | λιποθυμίας | των | λιποθυμιών |
αιτιατική | τη | λιποθυμία | τις | λιποθυμίες |
κλητική | λιποθυμία | λιποθυμίες | ||
Παράρτημα |
Ετυμολογία
λιποθυμία < →
Ουσιαστικό
λιποθυμία θηλυκό
→
Μεταφράσεις
λιποθυμία
γαλλικά : évanouissement (fr)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License