ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ημίδιπλος η ημίδιπλη το ημίδιπλο
      γενική του ημίδιπλου της ημίδιπλης του ημίδιπλου
    αιτιατική τον ημίδιπλο την ημίδιπλη το ημίδιπλο
     κλητική ημίδιπλε ημίδιπλη ημίδιπλο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ημίδιπλοι οι ημίδιπλες τα ημίδιπλα
      γενική των ημίδιπλων των ημίδιπλων των ημίδιπλων
    αιτιατική τους ημίδιπλους τις ημίδιπλες τα ημίδιπλα
     κλητική ημίδιπλοι ημίδιπλες ημίδιπλα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές


Ετυμολογία

ημίδιπλος < ημί- + διπλός

Επίθετο

ημίδιπλος, -η, -ο

(για κρεβάτια και κλινοσκεπάσματα) που είναι πιο φαρδύς απ’ τον μονό και πιο στενός από τον διπλό

Συγγενικές λέξεις

→ δείτε τις λέξεις ημι-, μισός, διπλός και δύο

Μεταφράσεις
ημίδιπλος

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License