ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο



γιος

Ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γιος οι γιοι
      γενική του γιου των γιων
    αιτιατική τον γιο τους γιους
     κλητική γιε γιοι
Ως μονοσύλλαβο, δεν φέρει τόνο.
Παράρτημα

Ετυμολογία

γιος < μεσαιωνική ελληνική γιός < ὑγιός < αρχαία ελληνική υἱός[1]

Προφορά

ΔΦΑ : /ʝɔs/
συλλαβισμός : γιος

Ουσιαστικό

γιος αρσενικό

πρώτου βαθμού συγγένειας απόγονος αρσενικού φύλου

Άλλες μορφές

υιός
γυιός

Αντώνυμα

κόρη

Υπερώνυμα

παιδί
τέκνο

Σύνθετα

ακριβογιός
γιόκας
μοναχογιός
παραγιός
ψυχογιός

Μεταφράσεις
γιος

αγγλικά : son (en)
αγγλοσαξονικά : sunu (ang)
αφρικάανς : seun (af)
αλβανικά : bir (sq)
γαλλικά : fils (fr)
γερμανικά : Sohn (de)
καταλανικά : fill (ca)
σράναν : manpikin
δανικά : søn (da)
αρχαία εβραϊκά : בֵּן
ελαμικά : šak
ετρουσκικά : clan
εσπεράντο : filo (eo)
ζουλού : indodana (zu)
ισπανικά : hijo (es)
φεροϊκά : sonur (fo)
σκοτικά γαελικά : mac (gd)
ουγγρικά : fiú (hu)
ισλανδικά : sonur (is)
ιταλικά : figlio (it), figliolo (it)
κινεζικά : 兒子 (zh)
λατινικά : filius (la), natus (la)
μάγια του Γιουκατάν : paal
μπαμπάρα : denkɛ
νορβηγικά : sønn (no)
ολλανδικά : zoon (nl)
οξιτανικά : filh (oc)
ουκρανικά : син (uk) (sýn)
παπιαμέντο : yiu homber
πολωνικά : syn (pl)
πορτογαλικά : filho (pt)
ρουμανικά : fiu (ro)
ρωσικά : сын (ru)
σουαχίλι : mwana (sw)
σουηδικά : son (sv)
φιλιππινέζικα : anak na laláki (tl)
τσεχικά : syn (cs)
φινλανδικά : poika (fi)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License