ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γαρδέλι τα γαρδέλια
      γενική του γαρδελιού των γαρδελιών
    αιτιατική το γαρδέλι τα γαρδέλια
     κλητική γαρδέλι γαρδέλια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

γαρδέλι < (άμεσο δάνειο) ιταλική cardello < υστερολατινική cardellus < λατινική carduelis < carduus (γαϊδουράγκαθο (γιατί οι σπόροι του φυτού αυτού είναι αγαπημένο έδεσμα της καρδερίνας) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *kars- (χαράσσω, γδέρνω, τρίβω)

Προφορά

ΔΦΑ : /ɣaɾˈðe.li/
τυπογραφικός συλλαβισμός : γαρ‐δέ‐λι

Ουσιαστικό

γαρδέλι ουδέτερο

(ιδιωματικό, πτηνό) η καρδερίνα

※ γλυκά την τρίλια του σκορπά τ’ αηδόνι το νυχτερινό / και το τρελό γαρδέλι (Γιωσέφ Ελιγιά, Το τραγούδι του αναχωρητή)
※ μπήγοντας ψηλές–ψηλές φωνούλες σα γαρδέλι που το μπουχίσανε και ξαφνιάστηκε (Άγγελος Τερζάκης, Το Κατινάκι)

Συγγενικά

→ δείτε τη λέξη καρδερίνα

Μεταφράσεις
γαρδέλι

→ δείτε τη λέξη καρδερίνα

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License