ευχή
Ελληνικά
↓ πτώσεις ενικός πληθυντικός
ονομαστική η ευχή οι ευχές
γενική της ευχής των ευχών
αιτιατική την ευχή τις ευχές
κλητική ευχή ευχές
Παράρτημα
Ετυμολογία
ευχή < αρχαία ελληνική εὐχή
Προφορά
ΔΦΑ : /ɛf.ˈçi/
Ουσιαστικό
ευχή θηλυκό
η προφορική έκφραση της επιθυμίας και της ελπίδας για κάτι που θέλουμε να συμβεί στο μέλλον
η ευλογία (πχ των γονιών)
έχε την ευχή μου
(κατ' επέκταση) η συγκατάθεση
τυπική έκφραση που λέγεται ή γράφεται σε γιορτές ή πριν από ένα σημαντικό γεγονός
παράκληση, δέηση που διαβάζεται από έναν ιερέα
Εκφράσεις
(αφήνω ή δίνω σε κάποιον) ευχή και κατάρα
ευχής έργον
(κάτι βαίνει ή πηγαίνει) κατ' ευχήν
να πάρει η ευχή!
(να πας ή πήγαινε) στην ευχή του Θεού
(πού ή τι) στην ευχή
Άλλες μορφές
(ιδιωματικό) ευκή
Συγγενικές λέξεις
ευκτήριος
ευχετήριο
ευχετήριος / ευχητήριος
ευχέτης
ευχετικός
εύχομαι
προσευχή
προσεύχομαι
Μεταφράσεις
ευχή
αγγλικά : wish (en)
αρμενικά : ցանկություն (hy) (cʿankutʿyun)
γαλλικά : souhait (fr), vœu (fr)
ισπανικά : deseo (es)
ιταλικά : desiderio (it)
κροατικά : želja (hr)
ουγγρικά : kivánsag (hu)
πολωνικά : życzenie (pl)
πορτογαλικά : desejo (pt), vontade (pt)
ρωσικά : желание (ru) (želánije)
σουηδικά : önskning (sv)
τσεχικά : touha (cs)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License