εφόσον
Ελληνικά
Ετυμολογία
εφόσον < ελληνιστική κοινή, ἐφ' ὅσον
Σύνδεσμος
εφόσον
με την προϋπόθεση ότι, επειδή, αφού
εφόσον θέλεις να το κάνεις, θα το κάνεις
όταν
εφόσον έχει καλό καιρό, θα πάμε βόλτα
Μεταφράσεις
εφόσον
αγγλικά : as long as (en)
γαλλικά : pour peu que (fr)
γερμανικά : solange (de), sofern (de)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License