ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο



δαιδαλώδης

Ελληνικά

πτώση ενικός
ονομαστική δαιδαλώδης δαιδαλώδης δαιδαλώδες
γενική δαιδαλώδους δαιδαλώδους δαιδαλώδους
αιτιατική δαιδαλώδη δαιδαλώδη δαιδαλώδες
κλητική δαιδαλώδη(ς) δαιδαλώδης δαιδαλώδες
πτώση πληθυντικός
ονομαστική δαιδαλώδεις δαιδαλώδεις δαιδαλώδη
γενική δαιδαλωδών δαιδαλωδών δαιδαλωδών
αιτιατική δαιδαλώδεις δαιδαλώδεις δαιδαλώδη
κλητική δαιδαλώδεις δαιδαλώδεις δαιδαλώδη

Ετυμολογία

δαιδαλώδης < δαίδαλος + -ώδης

πολύπλοκος

ο λαβύρινθος είναι πολύπλοκος είναι δαιδαλώδης
Προφορά

ΔΦΑ : /ðɛ.ða.ˈlɔ.ðis/

Επίθετο

δαιδαλώδης, -ης, -ες

που έχει περίπλοκο σχήμα/ εσωτερική διάρθρωση και μοιάζει με λαβύρινθο

δαιδαλώδης διάδρομος

πολύπλοκος, μπερδεμένος, δύσκολο να κατανοηθεί

δαιδαλώδες ζήτημα

Συγγενικές λέξεις

Δαίδαλος
Δείτε επίσης

Δαίδαλος στη Βικιπαίδεια Άρθρο στη Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις
δαιδαλώδης

αγγλικά : labyrinthine (en), mazy (en)
γαλλικά : dédaléen (fr), labyrinthique (fr)
γερμανικά : labyrinthisch (de)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License