.
αβγοθήκη < αβγό + θήκη
αβγά σε αβγοθήκη
Προφορά
ΔΦΑ : /avɣɔ.ˈθi.ci/
Ουσιαστικό
αβγοθήκη θηλυκό
σκεύος ή συσκευασία ειδικά διαμορφωμένη για την τοποθέτηση αβγών
κάναμε απλοϊκή ηχομόνωση ντύνοντας τους τοίχους και τα ταβάνια με αβγοθήκες
τα περισσότερα ψυγεία έχουν αβγοθήκη στην πόρτα
Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Creative Commons Attribution/Share-Alike License· μπορεί να ισχύουν και πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.