αθλοθετώ
Ελληνικά
Ετυμολογία
αθλοθετώ < αθλο- (< ἄθλον + -θετώ (< τίθημι)
Ρήμα
αθλοθετώ
καθιερώνω κάτι ως βραβείο αγώνων
Συγγενικές λέξεις
άθλο
αθλοθέτης
Κλίση
Εξακολουθητικοί χρόνοι | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|
πρόσωπα | Ενεστώτας | Παρατατικός | Εξ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Μετοχή |
α' ενικ. | αθλοθετώ | αθλοθετούσα | θα αθλοθετώ | να αθλοθετώ | αθλοθετώντας | |
β' ενικ. | αθλοθετείς | αθλοθετούσες | θα αθλοθετείς | να αθλοθετείς | (αθλοθέτει) | |
γ' ενικ. | αθλοθετεί | αθλοθετούσε | θα αθλοθετεί | να αθλοθετεί | ||
α' πληθ. | αθλοθετούμε | αθλοθετούσαμε | θα αθλοθετούμε | να αθλοθετούμε | ||
β' πληθ. | αθλοθετείτε | αθλοθετούσατε | θα αθλοθετείτε | να αθλοθετείτε | αθλοθετείτε | |
γ' πληθ. | αθλοθετούν(ε) | αθλοθετούσαν(ε) | θα αθλοθετούν(ε) | να αθλοθετούν(ε) | ||
Συνοπτικοί χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Αόριστος | Συνοπτ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | Απαρέμφατο | |
α' ενικ. | αθλοθέτησα | θα αθλοθετήσω | να αθλοθετήσω | αθλοθετήσει | ||
β' ενικ. | αθλοθέτησες | θα αθλοθετήσεις | να αθλοθετήσεις | αθλοθέτησε | ||
γ' ενικ. | αθλοθέτησε | θα αθλοθετήσει | να αθλοθετήσει | |||
α' πληθ. | αθλοθετήσαμε | θα αθλοθετήσουμε | να αθλοθετήσουμε | |||
β' πληθ. | αθλοθετήσατε | θα αθλοθετήσετε | να αθλοθετήσετε | αθλοθετήστε | ||
γ' πληθ. | αθλοθέτησαν αθλοθετήσαν(ε) |
θα αθλοθετήσουν(ε) | να αθλοθετήσουν(ε) | |||
Συντελεσμένοι χρόνοι | ||||||
πρόσωπα | Παρακείμενος | Υπερσυντέλικος | Συντελ. Μέλλ. | Υποτακτική | Προστακτική | |
α' ενικ. | έχω αθλοθετήσει | είχα αθλοθετήσει | θα έχω αθλοθετήσει | να έχω αθλοθετήσει | ||
β' ενικ. | έχεις αθλοθετήσει | είχες αθλοθετήσει | θα έχεις αθλοθετήσει | να έχεις αθλοθετήσει | ||
γ' ενικ. | έχει αθλοθετήσει | είχε αθλοθετήσει | θα έχει αθλοθετήσει | να έχει αθλοθετήσει | ||
α' πληθ. | έχουμε αθλοθετήσει | είχαμε αθλοθετήσει | θα έχουμε αθλοθετήσει | να έχουμε αθλοθετήσει | ||
β' πληθ. | έχετε αθλοθετήσει | είχατε αθλοθετήσει | θα έχετε αθλοθετήσει | να έχετε αθλοθετήσει | ||
γ' πληθ. | έχουν αθλοθετήσει | είχαν αθλοθετήσει | θα έχουν αθλοθετήσει | να έχουν αθλοθετήσει |
|
Μεταφράσεις
αθλοθετώ
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License