αρχοντοχωριάτης
Ελληνικά
πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | αρχοντοχωριάτης | οι | αρχοντοχωριάτες |
γενική | του | αρχοντοχωριάτη | των | αρχοντοχωριατών |
αιτιατική | τον | αρχοντοχωριάτη | τους | αρχοντοχωριάτες |
κλητική | αρχοντοχωριάτη | αρχοντοχωριάτες | ||
Παράρτημα |
Ετυμολογία
αρχοντοχωριάτης < άρχοντας + -ο- + χωριάτης ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική Le Bourgeois gentilhomme - θεατρικό έργο του Μολιέρου)
Ουσιαστικό
αρχοντοχωριάτης αρσενικό
πλούσιος χωριάτης
(κατ' επέκταση) νεόπλουτος άξεστος που αρέσκεται να μιμείται τους ευγενείς
Άλλες μορφές
αφεντοχωριάτης
Συγγενικές λέξεις
αρχοντοχωριατιά
αρχοντοχωριάτικα
αρχοντοχωριάτικος
αρχοντοχωριατισμός
αρχοντοχωριάτισσα
→ δείτε τις λέξεις άρχοντας και χωριάτης
Μεταφράσεις
αρχοντοχωριάτης
αγγλικά : parvenu (en)
γαλλικά : hobereau (fr)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License