αφεντιά
Ελληνικά (el)
πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αφεντιά | οι | αφεντιές |
γενική | της | αφεντιάς | των | αφεντιών |
αιτιατική | την | αφεντιά | τις | αφεντιές |
κλητική | αφεντιά | αφεντιές | ||
Παράρτημα |
Παράρτημα
Ετυμολογία
αφεντιά < μεσαιωνική ελληνική αφεντιά < ελληνιστική κοινή αὐθεντία
Ουσιαστικό
αφεντιά θηλυκό
αρχοντιά, μεγαλοπρέπεια
Μεταφράσεις
αφεντιά
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License