ART

Γεγονότα, Hμερολόγιο


αφειδώς

Ελληνικά
Ετυμολογία

αφειδώς < αρχαία ελληνική ἀφειδῶς < ἀφειδής < ἀ- στερητικό + φείδομαι

Επίρρημα

αφειδώς

με γενναιοδωρία, σπατάλη, άφθονα, χωρίς φειδώ

μοίραζε αφειδώς τις υποσχέσεις

απερίσκεπτα, ασύνετα

Συνώνυμα

αφειδόλευτα

Συγγενικές λέξεις

αφειδής
→ δείτε τη λέξη φειδώ

Μεταφράσεις
αφειδώς

αγγλικά : profusely (en)

Κόσμος

Αλφαβητικός κατάλογος

Hellenica World - Scientific Library

Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License