αδιαφιλονίκητος
Ελληνικά
πτώση | ενικός | ||
---|---|---|---|
ονομαστική | αδιαφιλονίκητος | αδιαφιλονίκητη | αδιαφιλονίκητο |
γενική | αδιαφιλονίκητου | αδιαφιλονίκητης | αδιαφιλονίκητου |
αιτιατική | αδιαφιλονίκητο | αδιαφιλονίκητη | αδιαφιλονίκητο |
κλητική | αδιαφιλονίκητε | αδιαφιλονίκητη | αδιαφιλονίκητο |
πτώση | πληθυντικός | ||
ονομαστική | αδιαφιλονίκητοι | αδιαφιλονίκητες | αδιαφιλονίκητα |
γενική | αδιαφιλονίκητων | αδιαφιλονίκητων | αδιαφιλονίκητων |
αιτιατική | αδιαφιλονίκητους | αδιαφιλονίκητες | αδιαφιλονίκητα |
κλητική | αδιαφιλονίκητοι | αδιαφιλονίκητες | αδιαφιλονίκητα |
Ετυμολογία
αδιαφιλονίκητος < α- στερητικό + διαφιλονικώ + κατάληξη ρηματικών επιθέτων -τος
Επίθετο
αδιαφιλονίκητος -η -ο
για κάτι ή κάποιον επί του οποίου (συνήθως: για την υπεροχή του οποίου) δεν υπάρχει καμιά διαφωνία ή αμφισβήτηση
ήταν ο αδιαφιλονίκητος νικητής του διαγωνισμού
Συνώνυμα
αναμφίβολος
αναμφισβήτητος
αναντίρρητος
Αντώνυμα
αμφίβολος
αμφισβητήσιμος
Συγγενικές λέξεις
αδιαφιλονίκητα
→ δείτε τις λέξεις διαφιλονικώ, φιλονικώ, φίλος και νίκη
Μεταφράσεις
αδιαφιλονίκητος
αγγλικά : indisputable (en), irrefutable (en), incontravertable (en), undisputed (en), unequivocal (en)
γαλλικά : indisputable (fr)
γερμανικά : unbestritten (de), unbestreitbar (de)
εβραϊκά : אֵין עָלָיו עוֹרְרִין (he)
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org και el.wiktionary.org/. Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License