.
Έχοντας διασφαλίσει τα βόρεια σύνορά του βασιλείου του, ο Αλέξανδρος Γ' ειδοποιήθηκε τον Αύγουστο του 335 ΠΚΕ, από την Ελλάδα ότι οι Θηβαίοι αποστάτες πολιορκούσαν τη μακεδονική φρουρά στην Καδμεία, καθώς στην Ελλάδα κυκλοφορούσε η φήμη του θανάτου του στη χώρα των Τριβαλλών[1].
Τακτικές κινήσεις
Ο Αλέξανδρος κατέφθασε από τη λίμνη Οχρίδα μέσα σε 7 ημέρες στον Ογχηστό της Βοιωτίας, λίγο έξω από την πόλη των Θηβών[2] με 30.000 πεζούς και 3.000 ιππείς περίπου, όπως παραδίδει ο Διόδωρος[3] –εκπληκτική ταχύτητα αν λάβει κανείς υπόψιν τα μέσα της εποχής και το μέγεθος του στρατεύματος- και ζήτησε απλώς την παράδοσή της. Κήρυξε γενική αμνηστία για τους Θηβαίους[4] και υποσχέθηκε να τηρήσει τη συνθήκη της Κορίνθου του προηγούμενου έτους. Δεν πρόβαλε οποιαδήποτε άλλη απαίτηση, πλην της παράδοσης των δύο αρχηγών της αντιμακεδονικής μερίδας, του Φοίνικα και του Προθύτη[5]. Οι Θηβαίοι, όμως όχι μόνον δεν ενέδωσαν στις προτάσεις του Αλέξανδρου αλλά και τον καθύβρισαν, απαιτώντας από ψηλό πύργο την παράδοση των στρατηγών Αντίπατρου και Φιλώτα και προσκαλώντας «όποιον επιθυμεί να απελευθερώσει τους Έλληνες μαζί με το μεγάλο βασιλέα και τους Θηβαίους για να καταλύσει τον τύραννο της Ελλάδας» να προσέλθει και να συμπράξει μαζί τους[6]. Οργισμένος ο Αλέξανδρος ορκίστηκε πως θα επέβαλλε στους Θηβαίους την έσχατη τιμωρία[7].
Η πολιορκία
Στην παρούσα περιγραφή της πολιορκίας ακολουθείται η αφήγηση του Διόδωρου[8]. Καταφθάνοντας ο Αλέξανδρος στην περιοχή διαίρεσε τις δυνάμεις του σε τρία τμήματα και διέταξε το ένα από αυτά να επιτεθεί στις παλισάδες[9] που είχαν τοποθετηθεί μπροστά στην πόλη, το δεύτερο να αντιμετωπίσει το μέτωπο των Θηβαίων και κράτησε το τρίτο ως εφεδρεία για να υποστηρίξει τις δυνάμεις του σε περίπτωση δυναμικής αντίδρασης των Θηβαίων σε κάποια γραμμή του μετώπου.
Από πλευράς τους οι Θηβαίοι κράτησαν το ιππικό πίσω από τις παλισάδες (επίσης χάρακες, δηλαδή χαρακώματα), ανέθεσαν στους μέτοικους, τους δούλους τους οποίους απελευθέρωσαν για αυτό το σκοπό[10] και όσους είχαν καταφύγει στην πόλη να αντιμετωπίσουν εκείνους που επιτίθονταν κατά των τειχών, ενώ οι ίδιοι ετοιμάστηκαν για μάχη μπρος στην πόλη με την υπεράριθμη μακεδονική δύναμη. Τα γυναικόπαιδα κατέφυγαν στους ναούς, ικετεύοντας τους θεούς να σώσουν την πόλη από από τον επερχόμενο κίνδυνο.
Πολύ σύντομα τα δόρατα εγκαταλείφθηκαν και η μάχη εξελίχθηκε σε συμπλοκή σώμα με σώμα. Αδύναμοι από τη μακρά και κοπιώδη πορεία οι Μακεδόνες, ανάγκασαν τον Αλέξανδρο να στείλει τις εφεδρείες του, προκειμένου να καμφθεί η αντίστασή τους, αλλά και πάλι ο στρατός της πόλης πολεμούσε θαυμάσια[11]. Μεσούσης της μάχης ο Αλέξανδρος διέκρινε πύλη εγκαταλειμμένη από τους φρουρούς της και έστειλε τον Περδίκκα να την καταλάβει και να διεισδύσει στην πόλη[12].
Οι Μακεδόνες γλίστρησαν μέσα από την πύλη και οι Θηβαίοι κατανοώντας ότι η πόλη διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο, αποθαρρύνθηκαν και όρμησαν άτακτα -πεζικό και ιππικό μαζί- στους στενούς δρόμους προκαλώντας το θάνατο πολλών δικών τους ανδρών. Την ίδια στιγμή η μακεδονική φρουρά στην Καδμεία βγήκε από την ακρόπολη[13] και επιδόθηκε σε άγρια σφαγή μαζί με το υπόλοιπο στράτευμα, τους Φωκείς, τους Πλαταιείς και τους άλλους Βοιωτούς, των άτακτων πλέον φυγάδων, εξολοθρεύοντας μαζί ικέτες και γυναικόπαιδα[14]. Η πόλη λεηλατήθηκε άγρια και ισοπεδώθηκε, ενώ πάνω από 6.000 Θηβαίοι χάθηκαν και περισσότεροι από 30.000 εξανδραποδίστηκαν[15]. Ο P. Green θεωρεί ότι από την πώληση των αιχμαλώτων το μακεδονικό θησαυροφυλάκιο αποκόμισε περίπου 440 τάλαντα[16]. Μεγάλο τμήμα της Θηβαϊδας, της υπαίθρου δηλαδή γύρω από τη Θήβα κάηκε και λεηλατήθηκε[17]
Συνέπειες
Ο Αλέξανδρος ισοπέδωσε τη Θήβα και όσο και αν φαίνεται αυτό κατακριτέο, όσο και αν προσπάθησαν να αιτιολογήσουν την πράξη του διάφοροι ιστορικοί ρίχνοντας το βάρος της ευθύνης στους συμμάχους, ήταν μια φυσική διαδικασία. Πριν γυρίσει ολοκληρωτικά την πλάτη του στην Ελλάδα για να χαθεί στα βάθη της Ασίας, ο Αλέξανδρος όφειλε στρατηγικά να μην αφήσει πίσω του καμία απειλή. Και αυτό έπραξε ως γνήσιος πολέμαρχος, ούτε καν βασιλέας των ομηρικών χρόνων. Έδωσε ένα αποφασιστικό χτύπημα, υπόμνηση για κάθε μελλοντική εξέγερση. Κατόπιν με βιάση οι ελληνικές πόλεις παρακάλεσαν για άφεση αμαρτιών, επιτρέποντάς του να επιβάλλει την απαραίτητη για αυτόν ειρήνη στα εσωτερικά πράγματα της Ελλάδας[18].
Ακόμα και όταν έφυγε ανεπιστρεπτί για την Ασία, οι εντεύθεν των Θερμοπυλών Έλληνες άργησαν να ξανασηκώσουν κεφάλι ενάντια στα συμφωνημένα και όταν το έκαναν, το μέγεθος του μακεδονικού στρατού και η σοφή διευθέτηση των εδώ πραγμάτων απέτρεψαν οποιαδήποτε ουσιαστική απειλή. Με το σβήσιμο των Θηβών αποκλείστηκε οποιοδήποτε νέο κίνημα.
Παραπομπές-σημειώσεις
↑ Ο Δημοσθένης μάλιστα παρουσίασε στην εκκλησία του δήμου και κάποιον τραυματία, αυτόπτη μάρτυρα του θανάτου του Αλέξανδρου. Βλ. Ιουστίνος, XI, 2, 8.
↑ Αρριανός Α' 7,5.
↑ Διόδωρος ΙΖ΄ 9, 3.
↑ […] διδούς επί των πεπραγμένων μετάνοιαν […]. Βλ. Πλούταρχος, Αλέξανδρος.
↑ Βλ. Πλούταρχος Αλέξανδρος ΙΑ' 7. Ο Αρριανός δε φαίνεται να γνωρίζει τίποτα για τέτοιου είδους προσφορά.
↑ Βλ. Πλούταρχος Αλέξανδρος ΙΑ' 8.
↑ Green P. 2008, 220.
↑ Διόδωρος Σικελιώτης 17.11.1-14.1.
↑ Αμυντικός περίβολος, ξύλινος φράκτης ουσιαστικά.
↑ Droysen 1996, 138.
↑ Green P. 2008, 220.
↑ Στην εξιστόρηση της βασιλείας του Αλέξανδρου, ο Πτολεμαίος έγραψε ότι αυτή η επίθεση δεν ήταν προσχεδιασμένη, αλλά ότι έγινε ελλείψει πειθαρχίας και ότι οι άνδρες του Περδίκκα αγνόησαν τις επίσημες εντολές. Τούτο είναι πιθανώς ψέμα, καθώς είναι γνωστή η εχθρότητα μεταξύ των δύο στρατηγών κατά το 320 ΠΚΕ.
↑ Τούτη η φρουρά είχε τοποθετηθεί από τον βασιλέα Φίλιππο ήδη από το 338 ΠΚΕ.
↑ Βάσει της περιγραφής του Αρριανού που αντλεί από τον Πτολεμαίο. Ο Droysen θεωρεί την περιγραφή του Διόδωρου που αντλεί από τον Κλείταρχο για την ύπαρξη σχεδίου αναξιόπιστη. Βλ. Droysen 1996, 144, σημ. 232Ε.
↑ Ο αριθμός των 30.000 και των 6.000 δεν είναι απίθανος, καθώς στους υπερασπιστές συμμετείχαν μέτοικοι και απελεύθεροι. Αναφέρεται από τον Διόδωρο, ΙΖ' 1, τον Πλούταρχο, Αλέξανδρος ΙΑ΄, 12 και τον Αιλιανό, Ποικίλη Ιστορία, ΙΓ', 7.
↑ Green P. 2008, 224.
↑ Διόδωρος ο Σικελιώτης, 17.11-13.
↑ Green P. 2008, 226
Πηγές
Droysen J.G. 1996, Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Τράπεζα Πίστεως, Αθήνα.
Green, Peter 2008. Αλέξανδρος ο Μακεδόνας: 356-323 π.Χ., Διόπτρα, Αθήνα.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License