.
Ως μάχη του Γρανικού εννοείται η πρώτη σύγκρουση του εκστρατευτικού σώματος του Αλέξανδρου Γ' Μακεδόνα (του Μεγάλου Αλεξάνδρου) που δόθηκε παρά τον Γρανικό ποταμό το 334 π.Χ. με συγκεντρωμένη στρατιωτική δύναμη της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών (των Περσών) γύρω από τη Ζέλεια της Φρυγίας στον Ελλήσποντο, με στρατηγό τον Αρσίτη, τον σατράπη της Φρυγίας και πολλούς επιφανείς Πέρσες, όπως ο Σπιθριδάτης, ο σατράπης της Λυδίας και της Ιωνίας, ο Φαρνάκης, ο αδελφός της γυναίκας του Δαρείου, ο Ατιζύης, ο Μιθριδάτης, και άλλοι[1].
Προετοιμασίες για τη μάχη
Αν οι Πέρσες έστελναν έγκαιρα τον στόλο τους στον Ελλήσποντο, θα μπορούσαν πιθανώς εξαρχής να αποτρέψουν τον επερχόμενο κίνδυνο. Ωστόσο, φαίνεται πως στα πρώτα βήματα της μακεδονικής εκστρατείας οι Πέρσες έκαναν κάποια σφάλματα στρατηγικής. Όταν ο Αλέξανδρος αποβιβάστηκε στην Ασία, υπήρχε ήδη εκεί συγκεντρωμένη αξιόλογη περσική δύναμη. Επιπλέον ο Ρόδιος Μέμνων προσπάθησε να αποτρέψει τους Πέρσες ηγεμόνες από οποιαδήποτε μάχη, συμβουλεύοντάς τους να περιοριστούν στην Ασία σε απλή άμυνα και να ακολουθήσουν την τακτική της καμένης γης, καταστρέφοντας όσο είναι δυνατόν την περιοχή, παρεμβάλλοντας εμπόδια στην προέλαση του εχθρού. Τους συμβούλευσε, επίσης, να μεταφέρουν τον πόλεμο στην Ελλάδα, στέλνοντας με τον στόλο ισχυρή πεζική δύναμη αφενός για να προσβάλλουν τον Αλέξανδρο στην ίδια του τη χώρα, στηρίζοντας αφετέρου επανάσταση των Ελλήνων στην Ελλάδα κάτω από τις Θερμοπύλες. Ο Μέμνων, ωστόσο, δεν εισακούστηκε για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας[2] και οι Πέρσες αποφάσισαν να περιμένουν τον Αλέξανδρο κοντά στις όχθες του Γρανικού ποταμού.
Όταν πληροφορήθηκε ο Αλέξανδρος ότι οι Πέρσες είχαν παραταχθεί, διέταξε τον στρατό του να προετοιμαστεί για μάχη εκ παρατάξεως με τον εχθρό. Φθάνοντας στον ποταμό, διαπίστωσε ότι ο περσικός στρατός κατείχε την απόκρημνη ανατολική του όχθη. Ο Γρανικός, μικρός ποταμός που πήγαζε στα όρη της Μικρής Φρυγίας, είχε πλάτος στο σημείο της μάχης από 20 έως 40 μέτρα. Τα λιωμένα χιόνια του Μαΐου[3] έκαναν μεν το ρεύμα του ορμητικό αλλά το βάθος του ήταν μικρό και δε χρειαζόταν γεφύρωση. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η απόκρημνη ανατολική όχθη του ποταμού, αυτή που κατείχαν οι Πέρσες, που δεν επέτρεπε την εύκολη πρόσβαση στους επιτιθέμενους.
Η παράταξη των αντίπαλων στρατευμάτων
Η παράταξη των αντίπαλων στρατευμάτων στη μάχη του Γρανικού
Ο Παρμενίων συμβούλευσε τον Αλέξανδρο να αναβληθεί η μάχη[4]. Ο Αλέξανδρος, θεώρησε, παρατηρώντας την περσική παράταξη ότι με μάχη εκ παρατάξεως είχε υπέρ του όλες τις πιθανότητες και αποφάσισε να μη δώσει οποιαδήποτε ευκαιρία οπισθοχώρησης στους Πέρσες για κατά τη διάρκεια της νύχτας. Σύμφωνα με τις εντολές του στο κέντρο της δύναμης βρίσκονταν οι έξι τάξεις της φάλαγγας με στρατηγούς τον Περδίκκα, τον Κοίνο, τον Αμύντα, τον Φίλιππο, τον Μελέαγρο και τον Κρατερό. Δεξιά της φάλαγγας ήταν παρατεταγμένοι οι υπασπιστές υπό τον Νικάνορα του Παρμενίωνα. Κατόπιν έρχονταν οι σαρισοφόροι, οι Παίονες και η ίλη των συμμάχων από την Απολλωνία υπό τον Σωκράτη, και όλων αυτών στρατηγός ο Αμύντας του Αρραβαiου. Μαζί τους ήταν συνταγμένοι οι υπόλοιποι σύμμαχοι, οι τοξότες και οι Αγριάνες ακοντιστές, όλοι υπό τον Φιλώτα, διαμορφώνοντας το δεξιό κέρας της παράταξης. Οι αριστερές πλευρές της φάλαγγας προστατεύονταν από τρεις διαφορετικές μοίρες του ιππικού. Πρώτοι συντάχθηκαν οι Θράκες υπό τον Αγάθωνα, κατόπιν οι σύμμαχοι ιππείς υπό τον Φίλιππο του Μενέλαου και τέλος οι Θεσσαλοί ιππείς υπό τον Κάλλα του Αρπάλου, διαμορφώνοντας το αριστερό κέρας. Ο ίδιος ο Αλέξανδρος ανέλαβε τη στρατηγία της δεξιάς πτέρυγας, και έδωσε την αριστερή στον Παρμενίωνα.
Στην αντίπερα όχθη παρατάχθηκε κατά μήκος του ποταμού το περσικό ιππικό δεξιά οι Μήδοι και οι Βακτριανοί υπό τον Ρεομίθρη, αριστερά ο Μέμνων και οι γιοι του, μαζί με τον Αρσαμένη και τους ιππείς τους και στο μέσο οι Παφλαγόνες και οι Υρκανοί, υπό την αρχηγία του Αρσίτη και του Σπιθριδάτη. To περσικό, το ασιατικό και το ελληνικό πεζικό παρατάχθηκαν λίγο πιο πίσω, ως επιφυλακή, γιατί οι εχθροί ήθελαν κυρίως με το ιππικό να αντιταχθούν στη διάβαση του Αλέξανδρου. Η τακτική δύναμη των Περσών 20.000, περίπου, συγκροτείτο από ιππείς Μήδους, Βακτριανούς, Υρκανούς, Καππαδόκες και Παφλαγόνες ιππείς και άλλους τόσους έλληνες μισθοφόρους[5]. Ως προς το πλήθος βέβαια το ιππικό ήταν υπέρτερο του ελληνικού, ενώ αντίθετα το πεζικό, συγκροτημένο κυρίως από έλληνες μισθοφόρους, ήταν κατώτερο του ελληνικού, τουλάχιστον κατά τον Αρριανό, σύμφωνα με τον οποίο το μεν ιππικό έφθανε συνολικά στους 20.000, το δε πεζικό άλλες 20.000• γιατί άλλοι, αναφέροντας απίθανα πράγματα, ανεβάζουν τους εχθρούς γύρω στους 110.000[6], ο δε Ιουστίνος και στους 600.000[7].
Η μάχη
Για κάμποση ώρα, σύμφωνα με την αφήγηση του Αρριανού[8] τα αντίπαλα στρατεύματα στέκονταν σιωπηλά και αντιμέτωπα στις όχθες του ποταμού, γεμάτα αγωνία για το μέλλον. Οι Πέρσες περίμεναν να μπουν οι Μακεδόνες στο νερό, για να τους επιτεθούν καθώς θα προσπαθούσαν. Ο Αλέξανδρος πήδησε πάνω στ’ άλογο, κάλεσε τους άνδρες του να τον ακολουθήσουν και να δείξουν την παλικαριά τους και διέταξε να μπουν πρώτοι στο ποτάμι οι πρόδρομοι ιππείς, οι Παίονες υπό την ηγεσία του Αμύντα, του γιου του Αρραβαίου, ένα τάγμα πεζικού και πριν απ’ όλους η ίλη του Σωκράτη, που κατά τύχη οδηγούσε εκείνη την ημέρα ολόκληρο το ιππικό, υπό την ηγεσία του Πτολεμαίου, του γιου του Φίλιππου. Ο ίδιος μπήκε στο ποτάμι οδηγώντας τη δεξιά παράταξη κάτω από τους ήχους των σαλπίγγων και τις ιαχές προς τον Ενυάλιο Άρη. Προχωρούσαν λοξά, όπως τους τραβούσε το ρεύμα, για να μην πέσουν πάνω τους οι Πέρσες παραταγμένοι σε σειρά, καθώς θα έβγαιναν, αλλά να τους χτυπήσει ο ίδιος όσο γινόταν κατά μέτωπο.
Οι Πέρσες άρχισαν να ρίχνουν ακόντια στο σημείο όπου βγήκαν οι πρώτοι στρατιώτες του Αμύντα και του Σωκράτη. Εκείνοι που βρίσκονταν στο ψηλό σημείο της όχθης έριχναν μέσα στο ποτάμι κι όσοι βρίσκονταν χαμηλότερα κατέβαιναν μέσα στο νερό. Οι ιππείς συγκρούονταν, καθώς οι Μακεδόνες έβγαιναν από το ποτάμι και οι Πέρσες τους εμπόδιζαν. Οι πρώτοι πολεμούσαν με τα δόρατα και οι δεύτεροι έριχναν ακόντια. Οι Μακεδόνες σε τούτη την πρώτη επίθεση έχαναν χρόνο και είχαν αρκετές απώλειες, καθώς αμύνονταν από αβέβαιο σημείο στο ποτάμι και οι Πέρσες βρίσκονταν ψηλότερα. Σε αυτό το σημείο είχε παραταχθεί άλλωστε και το πλέον αξιόμαχο τμήμα του περσικού ιππικού. Μαζί του πολεμούσαν ο Μέμνων και τα παιδιά του. Οι πρώτοι Μακεδόνες που συγκρούστηκαν με τους Πέρσες πολέμησαν θαρραλέα, σώζοντας και τους υπόλοιπους που στράφηκαν προς τον επερχόμενο Αλέξανδρο. Εκείνος, οδηγώντας τη δεξιά παράταξη, επιτέθηκε πρώτος στους Πέρσες[9], στο σημείο που το ιππικό τους ήταν πυκνότερο και βρίσκονταν οι ηγεμόνες τους. Στο μεταξύ, οι μακεδονικές φάλαγγες περνούσαν σχετικά εύκολα πια, η μια μετά την άλλη. Παρά το γεγονός ότι η μάχη διεξαγόταν πάνω στα άλογα, έμοιαζε περισσότερο με μάχη πεζικού. Τα άλογα συμπλέκονταν, οι στρατιώτες πολεμούσαν σώμα με σώμα, οι Μακεδόνες προσπαθούσαν να σπρώξουν τους Πέρσες από την όχθη στην πεδιάδα, οι Πέρσες προσπαθούσαν να εμποδίσουν τους Μακεδόνες να βγουν και να τους ρίξουν πάλι στο ποτάμι.
Έσπασε πάνω στη μάχη το δόρυ του Αλέξανδρου. Ζήτησε άλλο από τον Αρέτη, ένα νεαρό της βασιλικής ακολουθίας. Σε δύσκολη θέση εκείνος, γιατί είχε σπάσει και το δικό του δόρυ και πολεμούσε σκληρά με το σπασμένο, το έδειξε στον Αλέξανδρο και του φώναξε να ζητήσει άλλο. Τελικά κάποιος από τους συμμάχους, ο Κορίνθιος Δημάρατος του έδωσε το δικό του. Εκείνος το πήρε και μόλις είδε τον γαμπρό του Δαρείου, τον Μιθριδάτη, να προσπαθεί να τους εμβολίσει με ένα τμήμα ιππικού, έτρεξε ο ίδιος μπροστά από τους άλλους και τον διαπέρασε με το δόρυ του. Τότε ο Ροισάκης επιτέθηκε στον Αλέξανδρο και τον χτύπησε με την πάλα στο κεφάλι, σχίζοντας το κράνος του. Ο Αλέξανδρος τον σκότωσε, χτυπώντας τον στο στέρνο και διαπερνώντας με το δόρυ τον θώρακα του. Ο Σπιθριδάτης στο μεταξύ πλησίαζε τον Αλέξανδρο από πίσω κρατώντας υψωμένη την πάλα. Τον πρόλαβε, όμως, ο Κλείτος, ο επονομαζόμενος Μέλας και τον χτύπησε στον ώμο, κόβοντάς του το χέρι.
Οι Πέρσες και τα άλογά τους βάλλονταν από παντού. Τους χτυπούσαν τα δόρατα, τους έσπρωχναν οι ιππείς ανακατεμένοι με τους ψιλούς. Έτσι τράπηκαν σε φυγή, πρώτα στο σημείο όπου πολεμούσε ο Αλέξανδρος. Μόλις έσπασε το κέντρο, παρέλυσαν και οι δύο πτέρυγες και τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Σκοτώθηκαν περίπου χίλιοι Πέρσες ιππείς. Η καταδίωξη δεν κράτησε πολύ, γιατί ο Αλέξανδρος στράφηκε εναντίον των μισθοφόρων. Το πυκνότερο τμήμα τους είχε κρατήσει την αρχική του θέση, γιατί η απρόσμενη εξέλιξη της μάχης τους έκανε να τα χάσουν. Ο Αλέξανδρος οδήγησε εναντίον τους τη φάλαγγα και διέταξε τους ιππείς να τους περικυκλώσουν. Τους κατέσφαξε μέσα σε λίγη ώρα[10]. Δε σώθηκε κανένας, εκτός αν κάποιος τρύπωσε ανάμεσα στους νεκρούς. Περίπου δύο χιλιάδες πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Σκοτώθηκαν πολλοί ηγεμόνες των Περσών, ο Νιφάτης, ο Πετήνης, ο σατράπης της Λυδίας Σπιθριδάτης, ο ύπαρχος της Καππαδοκίας Μιθροβουζάνης, ο γαμπρός του Δαρείου Μιθριδάτης, ο γιος του άλλου Δαρείου (του γιου του Αρταξέρξη) Αρβουπάλης, ο κουνιάδος του Δαρείου Φαρνάκης, ο αρχηγός των μισθοφόρων Ωμάρης. Ο Αρσίτης κατέφυγε μετά τη μάχη στη Φρυγία, όπου αυτοκτόνησε θεωρώντας τον εαυτό του υπαίτιο της συμφοράς των Περσών.
Μετά τη μάχη
Από τους Μακεδόνες κατά την πρώτη επίθεση σκοτώθηκαν είκοσι πέντε σύμμαχοι. Ο Αλέξανδρος ανέθεσε στον Λύσιππο, τον μόνο γλύπτη που είχε το δικαίωμα να κάνει και τη δική του προτομή, να τους φτιάξει χάλκινες προτομές, οι οποίες στήθηκαν στο Δίο. Σκοτώθηκαν ακόμη περίπου εξήντα ιππείς και τριάντα πεζοί. Ο Αλέξανδρος τους έθαψε την επόμενη μέρα με τα όπλα τους και άλλα κτερίσματα. Απάλλαξε ακόμη τους γονείς και τα παιδιά τους, που βρίσκονταν στην πατρίδα, από τους φόρους για τη γη και την περιουσία τους, καθώς και από άλλες προσωπικές υπηρεσίες.[11] Φρόντισε ιδιαίτερα τους πληγωμένους• τους επισκέφτηκε όλους, εξέτασε τα τραύματά τους, τούς ρώτησε πού πληγώθηκαν και τους άφησε να διηγηθούν τα κατορθώματά τους και να περηφανευτούν για αυτά. Έθαψε ακόμα τους αρχηγούς των Περσών και τους έλληνες μισθοφόρους, που πολέμησαν στο πλευρό των βαρβάρων. Όσους απ’ αυτούς έπιασε αιχμαλώτους τους έστειλε αλυσοδεμένους στη Μακεδονία σε καταναγκαστικά έργα, γιατί όντας Έλληνες και παραβιάζοντας τις κοινές αποφάσεις των Ελλήνων πολέμησαν στο πλευρό των βαρβάρων. Ακόμη, έστειλε στην Αθήνα τριακόσιες περσικές πανοπλίες ως αφιέρωμα στην Ακρόπολη.[12] Διέταξε μάλιστα να γραφεί το παρακάτω επίγραμμα:
«Αλέξανδρος ο Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασία κατοικούντων».
Συνέπειες
Η πρώτη και στρατηγικής σημασίας νίκη του Αλέξανδρου έγινε ο προπομπός για την κατάκτηση της Μ. Ασίας και την προέλαση του Αλέξανδρου νότια, πριν αφυπνιστούν οι Πέρσες και ενεργοποιήσουν τον φοινικικό στόλο κατά της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας.
Παραπομπές-σημειώσεις
↑ Βλ. Αρριανός Α΄ 12, 8, για τα ονόματα και αξιώματα
↑ Βλ. ανάλυση του Droysen στο Droysen 1996, 189.
↑ Για την ημερομηνία της μάχης, γνωρίζουμε από τον Πλούταρχο πώς έγινε κατά τον μήνα Θαργηλιώνα (Κάμιλλος, Θ΄).
↑ […] Ἐµοί δοκεῖ, βασιλεῦ, ἀγαθόν εἶναι ἐν τῷ παρόντι καταστροπεδεῦσαι ἐπί τοῦ ποταµοῦ τῇ ὄχθῃ […] Αρριανός Α΄ 13, 3-7. Ο Διόδωρος παραδίδει ότι ο Αλέξανδρος ακολούθησε τη συμβουλή του Παρμενίωνα να επιτεθεί την αυγή (ΚΖ΄19, 3). Όλοι οι άλλοι ιστορικοί συμφωνούν ότι οι Μακεδόνες επιτέθηκαν αμέσως, συμφωνώντας με τον Πλούταρχο. Η διαφορά που παρουσιάζεται ανάμεσα στις πηγές ερμηνεύεται από το γεγονός ότι ο Πλούταρχος χρησιμοποιεί την Ιστορία Αλεξάνδρου του Κλείταρχου ως πηγή του, ενώ οι άλλοι στηρίζονται στο Πράξεις Αλεξάνδρου του Καλλισθένη της Ολύνθου. Ο Καλλισθένης είχε λόγους να είναι εχθρικός προς τον Παρμενίωνα και για αυτό προτιμάται η περιγραφή της μάχης από τον Κλείταρχο. Δεν είναι καθόλου απίθανο, ωστόσο, να άκουσε ο Αλέξανδρος τη συμβουλή του έμπειρου στρατηγού.
↑ Αρριανός Α΄ 14, 4.
↑ Διόδωρος ΙΖ΄ 19, 4-5.
↑ Ιουστίνος XI 6, 11.
↑ Η περιγραφή της μάχης από τον Αρριανό θεωρείται η πλέον συγκροτημένη και αξιόπιστη. Βλ. επίσης Hammond E. 1980, «The battle of Granicus river», στο JHS, C, 73-5.
↑ Ο Αρριανός παραδίδει πως ήταν επικεφαλής του αγήματος.
↑ Αντίθετα από την αφήγηση του Αρριανού, ο Πλούταρχος παραδίδει πως οι Έλληνες μισθοφόροι ζήτησαν συνθηκολόγηση (Αλέξανδρος, ΙΣΤ΄13). Επίσης, σύμφωνα με την ίδια πηγή ο Αλέξανδρος είχες τις μεγαλύτερες απώλειες μαχόμενος εναντίον τους.
↑ Αρριανός Α΄ 16, 54 και επίσης Ιουστίνος XI, 6, 73.
↑ Αρριανός Α΄ 16, 7
Πηγές
Droysen J.G. 1996, Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Τράπεζα Πίστεως, Αθήνα.
Hammond E. 1980, «The battle of Granicus river», στο JHS, C
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License