.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, μετά την νίκη του στις εκλογές της 8ης Απριλίου του 1990, έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Χρήστο Σαρτζετάκη και ορκίστηκε στις 11 Απριλίου.
Οικονομική πολιτική
Η κυβέρνηση πολιτεύτηκε μέσα στο διεθνές κλίμα της κατάρρευσης του Υπαρκτού Σοσιαλισμού. Με βάση το εξαγγελθέν πρόγραμμά της, προώθησε διαρθρωτικές αλλαγές με σκοπό τη μείωση του δημόσιου τομέα, γεγονός που προκάλεσε οξείες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και συνδικαλιστικών φορέων. Επίσης προσπάθησε να εφαρμόσει πρόγραμμα απελευθέρωσης της οικονομίας από διοικητικούς περιορισμούς και κυβερνητικές παρεμβάσεις σε συνδυασμό με προσπάθεια δημοσιονομικής πειθαρχίας και ιδιωτικοποίησης των υπό δημόσιο έλεγχο οργανισμών και επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο της εξυγίανσης της οικονομίας προχώρησε η τομή στο ασφαλιστικό σύστημα με διαδοχικές παρεμβάσεις, που κατάφεραν να αποτρέψουν τη διαφαινόμενη κατάρρευσή του. Αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής, η οποία ακολουθήθηκε, ήταν η μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού από 19,8% το 1990 σε 13,8% το 1993, η μείωση του πληθωρισμού από 22% το 1990 σε 12% το 1993 και η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος της Ελλάδας ως ποσοστό του αντίστοιχου μέσου όρου της ΕΕ, από 57,4% το 1990 σε 64,2% το 1993.
Επίσης, κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής αυτής θητείας υπογράφηκε η σύμβαση για το αθηναϊκό μετρό, οι συμβάσεις για την κινητή τηλεφωνία, απελευθερώθηκε το ωράριο και η κίνηση κεφαλαίων. Η απόφαση για μετοχοποίηση του Ο.Τ.Ε. καθώς και η ιδιωτικοποίηση της ΑΓΕΤ – Ηρακλής προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης. Η απόφαση για ιδιωτικοποίηση των μέσων μεταφοράς της Αθήνας οδήγησε σε μεγάλες κινητοποιήσεις των εργαζομένων στην Επιχείρηση Αστικών Συγκοινωνιών (Ε.Α.Σ), με βίαιο χαρακτήρα.
Στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους η πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη χαρακτηρίζεται ως μια μετριοπαθής προσπάθεια εφαρμογής μιας φιλελεύθερης πολιτικής.[1]
Πολιτικές πρωτοβουλίες
Εξωτερική πολιτική
Στις 11 Ιουνίου 1991, στη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που πραγματοποιήθηκε στο Μάαστριχτ, η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, έναν ευρωπαϊκό οργανισμό συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια, ενώ τέθηκαν οι βάσεις για την ενιαία νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της Ο.Ν.Ε. Παράλληλα, επετεύχθη η εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – Η.Π.Α.. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη υπέγραψε το 1990 την τελική συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1991 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά 32 χρόνια, επίσημη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου, του Τζορτζ Μπους, στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του 1990, είχε προηγηθεί η πρώτη, μετά από 27 χρόνια, επίσκεψη Έλληνα Πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στην εξωτερική πολιτική, η θητεία αυτής της Κυβέρνησης συνέπεσε με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και την αρχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Η Κυβέρνηση ανέλαβε διεθνείς πρωτοβουλίες, με κορυφαία τη Διάσκεψη της Βουλιαγμένης υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε., με σκοπό την αποτροπή της διάλυσης της ενιαίας ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας, πράγμα το οποίο όμως τελικά δεν αποφεύχθηκε. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας επέφερε την ανεξαρτητοποίηση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, το οποίο διεκδικούσε την ονομασία «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Το λεγόμενο «Σκοπιανό» προκάλεσε τις συσκέψεις των πολιτικών αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το πρώτο εξάμηνο του 1992. Από πλευράς Ελληνικής Κυβέρνησης, αρχικά το θέμα χειρίστηκε ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς, τον οποίο απομάκρυνε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τον Απρίλιο του 1992, μετά τη δεύτερη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, αναλαμβάνοντας ο ίδιος το Υπουργείο των Εξωτερικών. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πέτυχε να πείσει την Ευρωπαϊκή Ένωση στη Σύνοδο της Λισαβόνας να υιοθετήσει πλήρως τις ελληνικές θέσεις. Οι Η.Π.Α. και η Ρωσία παρά την απόφαση της Συνόδου της Λισαβόνας επέμεναν στην εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, αρχή της οποίας ήταν η είσοδος των Σκοπίων στον Ο.Η.Ε. με το προσωρινό όνομα «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας» (Π.Γ.Δ.Μ - F.Y.R.O.M).
Εσωτερική πολιτική
Η Κυβέρνηση προχώρησε πάραυτα σε αλλαγή του εκλογικού νόμου και ψήφισε τον νόμο 1907/1990, ο οποίος εκτός των άλλων διαφορών εισήγαγε στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα για πρώτη φορά τη ρήτρα του 3% για την εκπροσώπηση κάποιου κόμματος στην Βουλή.
Επί των ημερών της κυβέρνησης αυτής εκλέχτηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στην τρίτη ψηφοφορία με 153 ψήφους.
Χαρακτηριστικές στιγμές κοινωνικών και συνδικαλιστικών αντιδράσεων της περιόδου υπήρξαν οι καταλήψεις σε ΑΕΙ-ΤΕΙ. Το Νοέμβριο του 1990 (όταν υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων ήταν ο Βασίλειος Κοντογιαννόπουλος), εκδηλώθηκε κύμα μαθητικών καταλήψεων (ως αντίδραση για την τότε επιχειρούμενη από την κυβέρνηση μεταρρύθμιση στο χώρο της Παιδείας) που κράτησε τρεις μήνες, κατά την διάρκεια των οποίων δολοφονήθηκε ο καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας από τον Ιωάννη Καλαμπόκα, στέλεχος της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας, ο οποίος και καταδικάστηκε σε δίκη που ακολούθησε.
Το 1992 η κυβέρνηση σύναψε συμφωνία με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο, η οποία κυρώθηκε με το νόμο 2086/1992 και προέβλεπε την απόδοση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου μέρους της, επικαλούμενης, «Βασιλικής Περιουσίας» και τη διατήρηση από το τέως μονάρχη των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου στην Αθήνα, του Μον Ρεπό στην Κέρκυρα και του κτήματος στο Πολυδένδρι. Το 1993 έλαβε χώρα η πρώτη επίσκεψη του τέως Βασιλιά στην Ελλάδα μετά το 1981, μια επίσκεψη που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης, καθώς και τη δυσφορία του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού εξ αιτίας της πολιτικής χροιάς, που έλαβε.
Η κυβέρνηση αντιμετώπισε σε όλη σχεδόν την διάρκεια της θητείας της εσωκομματική αντίδραση, άλλοτε συγκαλυμμένη (Μιλτιάδης Έβερτ) και άλλοτε απροκάλυπτη (Αντώνης Σαμαράς), που οδήγησε στην παραίτηση του Σαμαρά από την κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1992. Μετά την παραίτησή του, ο Αντώνης Σαμαράς ίδρυσε, στις 30 Ιουνίου 1993, πολιτικό σχήμα με την ονομασία «Πολιτική Άνοιξη» και το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους προέτρεψε τους προσκείμενους σε αυτόν βουλευτές της ΝΔ να ανεξαρτητοποιηθούν, προκαλώντας την πτώση της κυβέρνησης με την άρση της εμπιστοσύνης του βουλευτή Κιλκίς, Γιώργου Σιμπιλίδη. Έχοντας χάσει τη δεδηλωμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τον Σεπτέμβριο του 1993 η κυβέρνηση παραιτήθηκε και ζήτησε την διεξαγωγή εκλογών τον Οκτώβριο του ίδιου έτους.
Σημειώσεις
1. ↑ Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία Ελληνικού Έθνους, τομ. 16, σελ. 395, Αθήνα 2000
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
* ΓΓ της Κυβέρνησης - Η σύνθεση και οι μεταβολές στην κυβερνητική δομή
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License