.
Το Κοινό Ηπειρωτών (αρχαία ελληνικά: Κοινὸν Ἀπειρωτᾶν) ήταν συμμαχία σε επίπεδο ομοσπονδίας των πόλεων-κρατών της Ηπείρου της ελληνιστικής περιόδου. Η συμμαχία έλαβε χώρα μεταξύ 231-168 πΧ, δηλαδή από το τέλος της ετήσιας βασιλείας της Δηιδάμειας, κόρης του Πύρρου ΙΙ έως της κατάληψη της Ηπείρου από τους Ρωμαίους υπό τον Αιμίλιο Παύλο. ΔΕΝ πρέπει να γίνεται σύγχυση του ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΩΝ (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ) (231-168 πΧ) με το προγενέστερο όμοιο ομοσπονδιακό σχήμα, δημιούργημα της Μυρτάλης - Ολυμπιάδας, μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου που ονομάσθηκε ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ή Συμμαχία των Ηπειρωτών (336-328 πΧ). Σε αμφότερες τις ομοσπονδίες είχαμε εθελοντική σύμπτυξη Μολοσσών, με Χάονες, Θεσπρωτούς και αποικίες Ηλείων (Πανδοσία, Βουχέτιον, Ελάτρεια, και Βατίαι).
Το Ιστορικό του Κοινού των Ηπειρωτών
Πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο του Κοινού ήταν η Δωδώνη, όπου και το περίφημο μαντείο, η οποία αρχικώς υπήρξε το θρησκευτικό, πολιτιστικό και πολιτικό κέντρο του Κοινού των Μολοσσών. Το 297 π.Χ., αρχηγός του Κοινού έγινε ο περίφημος βασιλιάς Πύρρος (γνωστός και με το προσωνύμιο, ο Αετός της Ηπείρου). Όταν η Κέρκυρα κατακτήθηκε από τους Συρακουσίους του τυράννου Αγαθοκλέους, προσφέρθηκε στον Πύρρο, ως προίκα για το γάμο του (τον πρώτο μιας σειράς που ακολούθησε) με τη Λάνασσα, κόρη του Αγαθοκλή. Το νησί έγινε τότε και αυτό τμήμα του Κοινού των Ηπειρωτών. Την ίδια εποχή πιθανολογείται ότι ιδρύθηκε και ο κερκυραϊκός οικισμός της Κασσιόπης για να χρησιμεύσει ως βάση για τις εκστρατείες του Πύρρου. Το νησί της Κέρκυρας παρέμεινε στη συμμαχία των Ηπειρωτών μέχρι το 255 π.Χ. όταν και έγινε ανεξάρτητο μετά το θάνατο του γιου και διαδόχου του Πύρρου, Αλέξανδρου Β'. Το τέλος του Κοινού των Ηπειρωτών συνέβη το 170 π.Χ. Μετά τη δολοφονία της Δηιδάμειας, οι Ηπειρώτες ανακήρυξαν δημοκρατία αντικαθιστώντας τη Συμμαχία ή Άπειρο με μια πιο διευρυμένη μορφή, το «Κοινό των Ηπειρωτών». Η Συμμαχία ή Άπειρος συνυπήρχε μαζί με τη βασιλεία. Το Κοινό δε συνοδεύεται από παράλληλη εξουσία. Είναι ριζοσπαστικό αυτόνομο όργανο που ασκεί εξουσία στους Ηπειρώτες. Μόνο μεμονωμένοι Ηπειρώτες ή πόλεις απουσίαζαν από το Κοινό. Είναι όργανο απολύτως δημοκρατικό με πυραμιδοειδή εξουσία και κορυφή ενιαύσια που υπακούει στη διευρυμένη βάση της. Η οργάνωσή του στηρίζεται στη συνένωση περισσότερων μικρών εθνών, ομάδων που συνθέτουν Ομοσπονδιακό Οργανισμό. Είναι συγκεντρωτικό κράτος αρμόδιο για την άσκηση έσω εξωτερικής πολιτικής, υπεύθυνο επίσης για την οικονομική και τελωνειακή διαχείριση, παραγωγή νομίσματος και τη χορηγία πολιτείας. Τότε η Ήπειρος βρισκόταν σε ύψιστο κίνδυνο: νότια πολιορκούσαν οι Αιτωλοί, βόρεια οι Ιλλυριοί, το χειρότερο όμως ήταν η εμφάνιση του κινδύνου από τη Δύση, οι Ρωμαίοι. Τα όρια της Ηπείρου συρρικνώθηκαν καθώς δείχνει ο κατάλογος θεαροδόκων των Δελφών, που χρονολογείται στο τέλος του 3ου αι. π. Χ . Αναφέρονται ξεχωριστά το Άργος, Αμφιλοχικό, Αμβρακία, η οποία δεν ανήκει στο Κοινό των Ηπειρωτών αλλά έγινε μέλος της Αιτωλικής συμπολιτείας το 223 ή 222 π. Χ., η Κασσώπη, οι Αθαμάνες, η Φοινίκη της Χαονίας, η Αμαντία και το Δυρράχιο. Πολλά έθνη έμειναν αρχικά έξω από το Κοινό. Σύμφωνα με επιγραφές από τη Δωδώνη το όνομα του κράτους είναι «Κοινό των Ηπειρωτών» ή «Απειρωτάν». Το συμβούλιό τους, η «Συνέλευση των Ηπειρωτών» ονομάζεται επίσης «Δήμος των Απειρωτάν», «Εκκλησία του Δήμου», και consilium Απειρωτάν[1]. Υπάρχει και ο όρος Απειρώται = Συνέλευση των Ηπειρωτών. Το 230/229 π. Χ., με το θάνατο του Άγρωνα βασίλευσε η χήρα του, Τεύτα, που επιτρόπευε τον ανήλικο γιο της, Πίννη. Με ισχυρό στρατό τόλμησε να χτυπήσει και να κυριεύσει ακόμη και τη Φοινίκη. Κατόπιν επιτέθηκε και κατά της πόλης του Πύρρου Α΄ , Αντιγόνειας. Οι Ηπειρώτες ενοχλήθηκαν. Με τη βοήθεια του Κοινού των Αιτωλών και του Αχαϊκού Κοινού πέτυχαν μία συνθήκη με τους Ιλλυριούς και επέβαλλαν υποχώρηση από τα εδάφη που είχαν κατακτήσει.
Δομή και λειτουργία του Κοινού των Ηπειρωτών
Στη Δωδώνη βρέθηκαν από ανασκαφές αρχεία της ζωής εκείνη την εποχή. Σύμφωνα με αυτά όλα τα μέλη του Κοινού είχαν κοινή υπηκοότητα ενώ η διάλεκτος που ομιλείτο δεν ήταν η κορινθιακή δωρική, αλλά μάλλον η βορειο-δυτική δωρική. Απόδειξη της ύπαρξης του Κοινού των Μολοσσών έχουμε από επιγραφή που χρονολογείται το 370 π.Χ., όταν βασιλιάς των Μολοσσών ήταν ο Νεοπτόλεμος Β'. Ανώτατη αρχή του κρατικού μηχανισμού αποτελούσε η στρατηγία. Ο στρατηγός ανώτατος άρχων εκούσιος, ο οποίος φαίνεται ότι εκλεγόταν και δεύτερη φορά. Τη στρατηγία άσκησαν άντρες μεγάλου κύρους. Υπήρχαν η Εκκλησία των Ηπειρωτών, που εξέλεγε τους άρχοντες, αποφάσιζε για εσωεξωτερικά ζητήματα (πολιτική), για πόλεμο ή ειρήνη, αποστολή πρέσβεων, φοροαπαλλαγές, αλλά είχε και δικαστική εξουσία. Δε γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των μελών της Εκκλησίας. Συμμετείχαν τα σημαντικότερα στελέχη του Κοινού ή οι ενήλικες που μπορούσαν να πολεμήσουν ή εκπρόσωποι των πόλεων στις οποίες γίνονταν οι συνελεύσεις. Ένας σημαντικός παράγων, ο γραμματέας και ένας δεύτερος επώνυμος άρχων έδινε το όνομά του στο έτος αρχής του, ο οποίος δραστηριοποιούνταν στα οικονομικά και στο αρχείο. Η έδρα του κοινού ήταν το «βουλευτήριο» στο ιερό της Δωδώνης. Επίσης συνεδρίαζαν στη Φοινίκη της Χαονίας[2], η οποία συγχωνεύθηκε αργότερα στο Κοινό των Ηπειρωτών. Στα Γίτανα της Θεσπρωτίας βρέθηκε το ελληνιστικό αρχείο της πόλης, με τα σφραγίσματα των εγγράφων, περίπου 3 000 τον αριθμό, με υψηλή αρχαιολογική σημασία. Άλλη αρχοντία είναι αυτή των προστατών, οι οποίοι προέρχονται ανά ένα από τα μεγάλα έθνη και εκπροσωπούν άλλους μικρότερους προστάτες μικρότερων εθνών. Οι προστάτες αυτοί παραδίδονται φιλολογικά και επιγραμματικά και έχουν πολλές αρμοδιότητες. Το όνομά τους αναγράφεται αμέσως μετά το όνομα του στρατηγού. Η κύρια μέριμνα τους είναι η προστασία των κατοίκων των περιοχών τους. Σε επιγραφή του Ροδοτοπίου ονομάζεται ο προστάτης των Μολοσσών, ως προστάτης μικρότερων κοινών, των Ατεράργων, θέλει να τους ενώσει με το κοινό ενός άλλου έθνους. Υπάρχει έντονος πολιτικός βίος σε όλα τα επίπεδα του κοινωνικού βίου αλλά και μέσα στις μικρότερες κοινωνικές ομάδες. Πέριξ της Ηπείρου υπήρχαν και μικρότερα Κοινά τα οποία είχαν σε λειτουργία τους δικούς τους θεσμούς: κοινότης Βυλλιόνων (Βύλλις), το Κοινό των Βαλαϊτών με δικό τους άρχοντα, το Κοινό των Πρασέβων (στο Βουθρωτό). Η εξωτερική πολιτική του Κοινού των Ηπειρωτών παρουσιάζει ποικίλες διακυμάνσεις. Το 233/231 π. Χ., με την ίδρυσή του, συμμάχησε με τους Αιτωλούς. Οι Ακαρνάνες αναγκάζονται να στραφούν στους Μακεδόνες και ταυτόχρονα συμμαχούν και με τους Ιλλυριούς, ο βασιλεύς των οποίων Άγρων έστειλε σε μια πόλη τους, την Μεδεώνα, 5.000 Ιλλυριούς οι οποίοι το 231 εξώθησαν τους Αιτωλούς. Αλλά τα πράγματα ήταν επικίνδυνα γιατί οι Ιλλυριοί μπορούσαν να καταστρέψουν την Ήπειρο. Η πολιτική του Κοινού παρακολουθούσε τις εξωτερικές καταστάσεις και τις ανάγκες του. Είχε έτσι περιστασιακό και συγκυριακό χαρακτήρα. Οι Ηπειρώτες συμμάχησαν με την Τεύτα, η οποία δραστηριοποιήθηκε με μικρά πλοία και έγινε η κυριότερη πειρατίνα της περιοχής. Επέδραμε και ενοχλούσε τους Ιταλούς εμπόρους με αποτέλεσμα να οργιστούν οι Ρωμαίοι και να στραφούν εναντίον της Ιλλυρίας. Ξέσπασε ο Α' Ιλλυρικός πόλεμος, ένας πόλεμος δύσκολος για τους Ρωμαίους. Οι Ρωμαίοι πειραματίστηκαν, δεν διέθεταν εμπειρία σε πολέμους έξω από την Ιταλία.
Παραπομπές
↑ Τίτος Λίβιος
↑ Πολύβιος, "οχυρωτάτην και δυνατοτάτη της Ηπείρου"
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License