Ο Λουί-Ωγκύστ Μπλανκί (Louis-Auguste Blanqui, 8 Φεβρουαρίου 1805 - 1 Ιανουαρίου 1881), ο επονομαζόμενος και "φυλακισμένος", ήταν Γάλλος σοσιαλιστής επαναστάτης, που συχνά συνδέεται αδίκως με τους ουτοπικούς σοσιαλιστές. Στην ουσία υπερασπίζεται τις ίδιες ιδέες με το σοσιαλιστικό κίνημα του 19ου αιώνα. Ανήκει στους μη-μαρξιστές σοσιαλιστές. Ο ιστορικός Michel Winock τον θεωρεί σαν έναν από τους ιδρυτές της γαλλικής ακρο-αριστεράς, ο οποίος αντιτίθεται στις δημοκρατικές εκλογές, τις οποίες θεωρεί "αστικές", και διψά για την "πραγματική κοινωνική ισότητα[1]".
Μετά το 1830 και ενώ ήταν ακόμα φοιτητής, ο Μπλανκί καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επαναστατική λαϊκή βούληση θα μπορέσει να εκφραστεί μόνο μέσω της βίας[2][3]: "η στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων" που αφήνει τους ανθρώπους ανυπεράσπιστους μπροστά στην " απεχθή κυριαρχία των προνομιούχων "[4], οδηγεί αναπόφευκτα στην ταξική πάλη. Ως εκ τούτου, φυλακίστηκε για την επαναστατική του δράση για ένα μεγάλο μέρος της ζωής του, γεγονός που του έδωσε το παρωνύμιο " Ο Φυλακισμένος"[5]. Είναι ο θεμελιωτής του μπλανκισμού.
Το 1880 εκδίδει την εφημερίδα Ούτε Θεός, ούτε αφέντης η οποία έγινε σημείο αναφοράς για το κίνημα των αναρχικών[6][7].
Βιογραφία
Ο αιώνια εξεγερμένος
« Ναι, Κύριοι, ο πόλεμος μεταξύ πλουσίων και φτωχών έχει κηρυχθεί: γιατί έτσι το αποφάσισαν οι πλούσιοι, στην ουσία αυτοί επιτίθενται πρώτοι. Μόνο που θεωρούν ολέθριο το γεγονός οτι οι φτωχοί αμύνονται. Θα μπορούσαν ευχαριστως, να πουν, μιλώντας για τον λαό: αυτό το θηρίο είναι τόσο άγριο που αντιστέκεται όταν του επιτίθεσαι. »
Ο Λουί Ωγκύστ Μπλανκί γεννήθηκε στο Puget-Théniers (Alpes-Maritimes), στις 8 Φεβρουαρίου 1805. Η οικογένειά του, ιταλικής καταγωγής, πολιτογραφήθηκαν Γάλλοι λόγω της προσάρτησης της επαρχίας της Νίκαιας το 1792. Ο πατέρας του, Ζαν Ντομινίκ Μπλανκί, βουλευτής στην Συμβατική Εθνοσυνέλευση, είχε φυλακιστεί και ο ίδιος το 1793 (εμπειρία που αφηγείται στο βιβλίο του Η Αγωνία των δέκα μηνών), πριν από τον διορισμό του σαν υπονομάρχης κατά την περίοδο της Πρώτης Αυτοκρατορίας (Puget-Théniers) μέχρι το 1814. Ο Ωγκύστ Μπλανκί είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, τον Αδόλφο Μπλανκί, φιλελεύθερο οικονομολόγο και θεωρητικό υπέρ του ελεύθερου εμπορίου και της αποδέσμευσης του Κράτους από την οικονομία. Οι οικογενειακές σχέσεις ήταν πολύ συγκρουσιακές. Ο πατέρας του, Jean-Dominique, παντρεύτηκε τη μητέρα του, Σοφία, όταν εκείνη ήταν πολύ νέα: δεκαέξι ετών κι εκείνος τριάντα οκτώ. Την ζήλευε υπερβολικά και οι συζυγικές σχέσεις επιδεινώνονται. Επιπλέον, οι οικονομικοί πόροι της οικογένειας είναι μηδαμινοί. Η πτώση του Ναπολέοντα και η Παλινόρθωση θα οδηγήσουν σε πρόσθετες δυσκολίες. Ο Ζαν-Ντομινίκ καταφέρνει να πάρει με το μέρος του τον μεγαλύτερο γιο του, τον Αδόλφο, που μισεί την μητέρα του, γράφοντας στις Αναμνήσεις του, πως ήταν σπάταλη και βίαια, ενώ η μάνα και ο Auguste έχουν αμοιβαίο συναισθηματικό δέσιμο. Ο Aδόλφος ισχυριζόταν ότι η Σοφία ενσταλάζει τη διχόνοια ανάμεσα στα παιδιά της.[8] Έτσι ξέσπασε σφοδρή σύγκρουση μεταξύ της Σοφίας, από τη μία πλευρά και του Ζαν-Ντομινίκ και του γιού της από την άλλη καθώς η Σοφία κληρονόμησε από την θεία της ένα κτήμα με μια έπαυλη στο Grandmont, και διεκδίκησε την αποκλειστική διαχείριση της περιουσίας της. Ο σύζυγός της και ο μεγαλύτερος γιος της, την κατηγορούν για κακή διαχείριση των χρημάτων της. Για τον σύζυγό της είναι πλέον "αξιοκαταφρόνητη".[8]
Αν και ο Αύγουστος δυσανασχετεί ενίοτε με την επιβολή του αδελφού του και αν και δεν έχουν την ίδια σχέση με τους γονείς τους, πρέπει να αναγνωριστεί ότι οι σχέσεις τους δεν ήταν κατά βάσιν κακές στα νιάτα τους. Ο Αδόλφος ήθελε για τον Ωγκύστ, όπως και για τα υπόλοιπα αδέλφια του, να έχουν μια ικανοποιητική εκπαίδευση. Δουλεύοντας σαν δάσκαλος και καλύπτοντας τις προσωπικές του ανάγκες, αναλαμβάνει να πληρώνει τα μισά έξοδα της εκπαίδευσης του Ωγκύστ. Στο τέλος, αναγκάζεται να πληρώνει τα πάντα από την τσέπη του, καθώς η θεία του και ο πατέρας του δεν ήθελαν να συνεισφέρουν στα έξοδα. Αναφέρει επίσης ότι ο Ωγκύστ ως παιδί, του "κόστισε περισσότερο σε φροντίδα [από] όλα τα υπόλοιπα[του] παιδιά"[9] Σε ηλικία δεκατριών ετών, ο Ωγκύστ πάει στο Παρίσι, με υποτροφία του ιδρύματος Massin , όπου διδάσκει ο αδελφός του Αδόλφος (μέλλων φιλελεύθερος οικονομολόγος), επτά χρόνια μεγαλύτερός του, και φοιτά στο Λύκειο Καρολομάγνος. Στην συνέχεια παρακολουθεί μαθήματα στην Νομική και Ιατρική σχολή. Όμως πολύ νωρίς μπαίνει στην πολιτική και σύντομα πρωτοστατεί σαν μαχητής του επαναστατικού δημοκρατικού κινήματος κατά την περίοδο της βασιλείας του Κάρολου Χ, του Λουδοβίκου-Φίλιππου Ι και στη συνέχεια του Ναπολέοντα ΙΙΙ. Οι νεανικές του ιδέες χαρακτηρίζονται από εχθρότητα απέναντι στην Παλινόρθωση και κατά συνέπεια και τον Βοναπαρτισμό, παρ'όλο που το δημοκρατικό κίνημα ήταν ακόμα μια μικρή μειοψηφία . Γίνεται άθεος. Συναναστρέφεται τον Jean-Baptiste Say, καθώς είναι συμμαθητής του γιού του, ενώ ο Αδόλφος θα γίνει μαθητής του[10]. Στην ηλικία των δεκαεπτά ετών, αγωνίζεται ενεργά κατά της δίκης για τους Τέσσερεις λοχίες της La Rochelle που καταδικάστηκαν σε θάνατο με την κατηγορία της προσχώρησης στην μυστική εταιρεία των Καρμπονάρων, και του στασιασμού στο σύνταγμά τους. Ο Decaux λέει ότι "η πολιτική θεωρία του, σύμφωνα με την οποία, μια μικρή ομάδα αποφασισμένων επαναστατών μπορεί να καταλάβει την εξουσία, γεννήθηκε από τη συμμετοχή του στο κίνημα των Καρμπονάρων"[11].
Εναντίον του Καρόλου Χ και του Λουδοβίκου-Φίλιππου
Ο Μπλανκί τη δεκαετία του 1840[12].
Από το 1824 συμμετέχει στο κίνημα των Καρμπονάρων, την μυστική οργάνωση που μάχεται κατά της παλινόρθωσης της μοναρχίας. Εμπλέκεται σε όλες τις συνωμοσίες των δημοκρατικών της εποχής του. Ως εκ τούτου, ακολουθούν συνομωσίες, ένοπλες εξεγέρσεις και φυλακίσεις .
Το 1825-1826, συμμετέχει στην εφημερίδα Ο Παραγωγός, σεν-σιμονικής επιρροής, που ιδρύθηκε από τους Olinde Rodrigues και Prosper Enfantin[13]
Το 1827, τραυματίστηκε τρεις φορές κατά τη διάρκεια φοιτητικών διαδηλώσεων στο Καρτιέ Λατέν, μία απ'αυτές στον αυχένα.
Το 1828, σχεδιάζει μια αποστολή στον Μοριά για να πάει να βοηθήσει την επαναστατημένη Ελλάδα. Φεύγει μαζί με τον φίλο και συμφοιτητή του Αλέξανδρο Plocque. Το ταξίδι τελειώνει στο Puget-Théniers, ελλείψει διαβατηρίου[14].
Στα τέλη του 1829 συνεργάζεται με την εφημερίδα της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης, "Η Υδρόγειος" του Πιερ Λερού. Το 1830, βρίσκεται στις γραμμές της πιο επαναστατικής οργάνωσης, που είναι γνωστή ως η Συνωμοσία La Fayette, η οποία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία της Επανάστασης του 1830, στην οποία ο Μπλανκί συμμετέχει ενεργά. Μετά την επανάσταση, προσχωρεί στην Εταιρεία των Φίλων του Λαού και συνδέεται με άλλους αντιπάλους του ορλεανικού καθεστώτος: τον Buonarrotti (1761-1837), τον Raspail (1794-1878) και τον Barbès (1809-1870), μεταξύ άλλων.
Τον Ιανουάριο του 1831, συντάσσει μια απειλητική προκήρυξη, στο όνομα της " Επιτροπής των Σχολών ". Στον απόηχο των διαδηλώσεων, φυλακίζεται στο Grande Force για τρεις εβδομάδες. Kαθώς όμως είναι αμετανόητος και δεν αποκηρύσσει την βία, συλλαμβάνεται και πάλι με την κατηγορία της συνωμοσίας κατά της ασφάλειας του Κράτους. Τέλος του 1831 δικάζεται μαζί με δεκατέσσερεις συντρόφους του για αδικήματα κατά του τύπου. Κατά την διάρκεια της δίκης ο Μπλανκί αποδεικνύει την μαχητικότητά του διεκδικώντας καθολική ψήφο, κατηγορώντας τους αστούς ως "προνομιούχους", και δηλώνει προλετάριος. Χρησιμοποιεί μια φράση που αντικατοπτρίζει το σοσιαλιστικό του φρόνημα: "Να φορολογείς τα αναγκαία είναι κλοπή ;να φορολογείς το περίσσευμα, είναι αποκατάσταση της δικαιοσύνης." Και συνεχίζει: "Κάθε επανάσταση είναι μια πρόοδος". Κατ'αυτόν τον τρόπο, επιδεινώνει την θέση του ενώπιον των δικαστών, που τον καταδικάζουν σε ένα χρόνο φυλακή[15].
Μετά τη φυλακή, ξαναρχίζει την επαναστατική δράση του στην "΄Ενωση των οικογενειών ", που διαδέχεται το 1837 την "Εταιρεία των Εποχών ".
Στις 6 Μαρτίου του 1836, συλλαμβάνεται, κάνει οκτώ μήνες φυλακή και στη συνέχεια απελευθερώνεται υπό εποπτεία στο Pontoise.
Στις 12 Μαΐου του 1839, κατά την επιστροφή του στο Παρίσι μαζί με τον Armand Barbès και τον Martin Bernard, συμμετέχει στο κίνημα εξέγερσης κατά την διάρκεια του οποίου κατέλαβαν το δικαστικό Μέγαρο και προς στιγμήν το Δημαρχείο του Παρισιού, ενώ δεν κατόρθωσαν να καταλάβουν το Αστυνομικό Τμήμα. Ο απολογισμός είναι 50 νεκροί και 190 τραυματίες. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης, κρύβεται για πέντε μήνες, αλλά συλλαμβάνεται στις 14 Οκτωβρίου.
Στις 14 Ιανουαρίου 1840, καταδικάζεται σε θάνατο. Η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια, και φυλακίζεται στο Mont-Saint-Michel. Η γυναίκα του, Amélie-Suzanne Serre, με την οποία είχε παντρευτεί το 1833 πεθαίνει το 1841 ενώ ο ίδιος βρίσκεται στην φυλακή[16]. Ήταν δάσκαλος της όταν εκείνη ήταν έντεκα ετών. Οι γονείς της Αμελί αρχικά τον συμπαθούσαν πολύ για τις αντιμοναρχικές ιδέες του. Στην συνέχεια όμως, είχαν μεγάλους ενδοιασμούς για τον γάμο της κόρης τους. Γιατί τον θεωρούσαν φτωχό και επιπλέον, ήταν στη φυλακή, έχοντας εναντιωθεί επανειλημμένα κατά του καθεστώτος του Λουδοβίκου-Φίλιππου. Οι ίδιοι ήταν φίλα προσκείμενοι στην Μοναρχία του Ιουλίου. Για αυτούς τους λόγους, ο γάμος της Αμελί με τον Ωγκύστ τους δυσαρέστησε και τον αποδέχθηκαν απρόθυμα μόνο λόγω της επιμονής της[17].
Το 1844 μεταφέρεται στο νοσοκομείο των φυλακών της Τουρ για λόγους υγείας, όπου και παρέμεινε μέχρι τον Απρίλιο του 1847. Δημοκρατικοί και σοσιαλιστές όπως ο Louis Blanc, Arago, Cavaignac, Pierre Leroux, κ.λ.π. κάνουν έκκληση για απελευθέρωση του Μπλανκί μέσω της εφημερίδας "Η Μεταρρύθμιση" κι έτσι ο Louis-Philippe του απονέμει χάρη. Ο Μπλανκί δεν αποδέχεται την αποφυλάκισή του: αξιώνει να πουν ότι "διεκδικεί αλληλεγγύη για τους συντρόφους του". Το γράμμα της άρνησης της χάρης δημοσιεύεται στην "Μεταρρύθμιση"[18].
Το αγόρι που γεννήθηκε από την ένωσή του με την Αμελί το 1834, ο Estève, διαπαιδαγωγείται από τους γονείς της Αμελί και τον επίτροπο August Jacquemart. Μεγαλώνουν τον γιο του με τρόπο τελείως αντίθετο απ'ότι θα ήθελε ο ίδιος (π.χ. ο Μπλανκί καταδικάζει το γεγονός ότι το παιδί είχε βαπτιστεί ), ίσως ακόμη και "κατά [του]". Η Αμελί φοβόταν ότι οι γονείς της μπορεί να έκαναν τον Estève να περιφρονήσει τον πατέρα του[19].
Δεύτερη Δημοκρατία
Μόλις αποφυλακίζεται συμμετέχει σε όλες τις κινητοποιήσεις που έλαβαν χώρα στο Παρίσι, από τον Μάρτιο έως τον Μάιο κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1848, η οποία εγκαθιδρύει την Δεύτερη Δημοκρατία. Γρήγορα όμως απογοητεύεται από το καθεστώς. Προσδοκούσε μια επαναστατική κυβέρνηση και, ακόμη και αν κάποια μέτρα, όπως η αναγνώριση του δικαιώματος στην εργασία τον ικανοποιούν, συνειδητοποιεί τον συντηρητικό χαρακτήρα της κυβέρνησης. Καταδικάζει τις ιδέες του Λαμαρτίνου, πιστεύοντας ότι είναι παράλογο να διατηρηθεί η τρίχρωμη σημαία που αντιπροσωπεύει την Δημοκρατία και την Αυτοκρατορία, ενώ έχει απαξιωθεί από τη χρήση της ως σύμβολο της Μοναρχίας του Ιουλίου. Υπεραμύνεται της υιοθέτησης της κόκκινης σημαίας, σύμβολο " του αίματος που έχυσε γενναιόδωρα ο λαός και η Εθνοφρουρά ". Θέτει ως αίτημα στον Raspail και ιδιαίτερα στον Caussidière, να πάρουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να αποτρέψουν μια αντιδραστική διακυβέρνηση [20]. Επίσης, έκανε επερώτηση στην κυβέρνηση του Λαμαρτίνου στις 7 Μαρτίου του 1848, ζητώντας την μετάθεση των προκηρυγμένων εκλογών για αργότερα. Θέλοντας έτσι να προπαγανδίσει τις επαναστατικές ιδέες στον γαλλικό λαό. Όμως ο Λαμαρτίνος δεν θέλει να παρατείνει για πολύ την άσκηση εξουσίας που απέκτησε χωρίς λαϊκή ψηφοφορία, και αφήνει την ημερομηνία αμετάβλητη.
Ο Μπλανκί επιδιώκει να σχηματίσει μια ομάδα άσκησης πίεσης μαζί με τον Louis Blanc και τον Cabet. Αυτοί όμως καθώς και οι διαδηλωτές της 17ης Μαρτίου, είναι τρομοκρατημένοι από τις πρακτικές του Μπλανκί: κατά συνέπεια, οι εκλογές που αρχικά είχαν προγραμματιστεί για τις 9 Απριλίου μετατίθενται μόλις για τις 23 του ίδιου μήνα [21]. Η Κεντρική Δημοκρατική Ένωση που είχε ιδρύσει με σκοπό την πίεση για κυβερνητική αλλαγή και η χρήση βίας από αυτόν τον πολιτικό χώρο, τον φέρνουν αντιμέτωπο με τους μετριοπαθείς δημοκράτες. Συνελήφθη μετά τις 26 Μαΐου, αιτία η εισβολή του μαζί με διαδηλωτές στην αίθουσα της Νομοθετικής Βουλής, ζητώντας αλληλεγγύη προς την υπόθεση των πολωνών κρατουμένων. Φυλακίζεται στην Vincennes.
Η δίκη διεξάγεται από το Ανώτατο Δικαστήριο της Bourges στις 7 Μαρτίου 1849. Εισαγγελέας είναι ο Baroche, μέλλων υπουργός της Δεύτερης Αυτοκρατορίας. Δικάζεται, μαζί με τους επαναστάτες σοσιαλιστές συντρόφους του, συγκεκριμένα με τους Raspail, Barbes, Louis Blanc, ... Στην απολογία του είπε ότι προσπάθησαν να κατευνάσουν το λαϊκό κίνημα και να αποφύγουν τη βία. Κατά την διάρκεια της δίκης, ένα περιστατικό οδήγησε σε διαμάχη τον Barbès και τον Μπλανκί σχετικά με την γνησιότητα του Εγγράφου Tascherau. Οι κατηγορίες που εξακοντίζει ο Barbès εναντίον του Μπλανκί εξαγρίωσαν τον ίδιο και τον Benjamin Flotte έναν από τους φίλους του. Καταδικάζεται σε δέκα χρόνια φυλακή, και τον στέλνουν στην Doullens[22].
Η μητέρα του, όλα τα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές, του συμπαραστέκεται με αφοσίωση. Φροντίζει για την υγεία του, και κατορθώνει να μεταφερθεί ο γιος της γρήγορα στην φυλακή της Belle-Île γιατί η προφυλάκιση του στην φυλακή Mazas επιδείνωσε την υγεία του[23]. Τον Οκτώβριο του 1850, ήταν έγκλειστος στο Belle-Ile-en-Mer ; τον Δεκέμβριο του 1857 στο Corte και στη συνέχεια, το 1859 "εξορίζεται" στο Mascara στην Αλγερία, μέχρι τις 16 Αυγούστου του 1859, οπότε και αποφυλακίζεται.
Το ΄Εγγραφο Taschereau
Στις 31 Μαρτίου 1848 κυκλοφορεί μια έκδοση με τίτλο Αναδρομική Επιθεώρηση (Μυστικά αρχεία της προηγούμενης κυβέρνησης) στην οποία δημοσιοποιείται μια «κατάθεση κάποιου xxx στον υπουργό Εσωτερικών»[24] Στην κατάθεση αυτή, ο καταδότης δίνει τα ονόματα των ηγετών των παράνομων οργανώσεων, που συνομωτούσαν κατά της κυβέρνησης κατά την διάρκεια του 1839. Ο χαφιές, που δεν κατονομάζεται, αλλά όμως είχε δεχθεί την επίσκεψη του υπουργού Duchâtel στο κελλί του, δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από τον Μπλανκί, ο οποίος όμως διαψεύδει τις κατηγορίες ήδη από την 1η Απριλίου 1848 και τις αντικρούει εκτενέστερα σε μια μπροσούρα με τίτλο: Απάντηση του πολίτη Αύγουστου Μπλανκί, που δημοσιεύεται στις 14 Απριλίου 1848.
Το έγγραφο Taschereau πήρε το όνομά του από τον συντάκτη του, Jules Taschereau, πρώην δικηγόρου, μετέπειτα γενικού γραμματέα της Νομαρχίας του Σηκουάνα κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Λουδοβίκου-Φίλιππου[25] και στην συνέχεια βουλευτής στην Συντακτική Συνέλευση. Το ντοκουμέντο αυτό χρησιμοποιήθηκε από τους αντιπάλους του Μπλανκί καθ'όλη την διάρκεια της ζωής του και ιδιαίτερα από τον Armand Barbès τον χειρότερο απ'όλους. Ο Barbès ισχυριζόταν πως μόνον αυτός, ο Blanqui και ο Lamieussens γνώριζαν ό,τι αφορούσε στην Ένωση των Εποχών. Ο Μπλανκί από την άλλη, έλεγε πως ήταν όλα συκοφαντίες και πως θα ξεσκέπαζε αυτούς που επινόησαν αυτήν την αθλιότητα. Γράφει πως δεν υπάρχει καμμιά απόδειξη γνησιότητας γιατί είναι ανυπόγραφο και πως ο Taschereau είναι οπαδός της "δυναστίας", και πως αυτό το εφεύρημα, αυτό το "πράγμα" προέρχεται από "το γραφείο του Guizot". Κατ'αυτόν, είναι μια μέθοδος των συντηρητικών αντιπάλων του για να δημιουργήσουν υποψίες εναντίον του. Επισημαίνει ακόμη την ανακολουθία, του να καταδίδει τους συντρόφους του από την μια πλευρά και από την άλλη να επιδεικνύει γενναιότητα μπροστά στους δικαστές και τονίζει πως δεν είχε καμμία ιδιαίτερη μεταχείριση μέσα στην φυλακή. Όλη αυτή η υπόθεση απετέλεσε μελλοντικά ένα μελανό σημείο στην εκτίμηση των συντρόφων και υποστηρικτών του παρ'όλο που κάποιοι του έμειναν πιστοί.
Ο Barbès και ο Lamieussens τον υπονομεύουν συνεχώς λέγοντας πως πιστεύουν στην ενοχή του. Ο Raspail, δείχνει πεπεισμένος από την υπεράσπισή του. Ο Alain Decaux πιθανολογεί την περίπτωση λάθους που έγινε στο αστυνομικό τμήμα, εντοπίζοντας ανακολουθίες στο κείμενο και στο γεγονός ότι καταδόθηκαν τα μέλη των μυστικών οργανώσεων των οποίων όλοι οι επικεφαλής είχαν συλληφθεί. Μια ένδειξη στρέφει την έρευνα συγκεκριμένα προς τον Lamieussens (ο Geffroy, ερευνώντας την υπόθεση, βρήκε ένα πειστήριο σ'ένα γράμμα του Victor Bouton, που υπονοούσε πως αυτός ήταν ο σπιούνος). Το έγγραφο αυτό είχε σκοπό να τον βλάψει και θεωρήθηκε ελάχιστα αξιόπιστο από την πλειοψηφία των παλαιότερων μελών της Ένωσης, αν και κάποιοι πείστηκαν για την εγκυρότητά του, ιδιαίτερα ο Barbès. Ο Alain Decaux επικαλείται την εικασία που έκανε ο Maurice Dommanget; θαυμαστής του Blanqui, ο οποίος γράφει στα 1924 πως όντως θα μπορούσε να έχει μια στιγμή αδυναμίας εξ αιτίας της κατάστασης της υγείας του, αυτό όμως δεν αναιρεί καθόλου τον χαρακτηρισμό του "μεγάλου επαναστάτη" επισημαίνοντας πως και ο Bakounine βρέθηκε σε μια τέτοια στιγμή αδυναμίας.
Πολύ αργότερα ο Dommanget θα αναθεωρήσει και θα γράψει στο "Ένα πολιτικό δράμα στα 1848 " πως πιστεύει στην αθωότητα του Μπλανκί, λέγοντας πως το ύφος του εγγράφου δεν ταιριάζει με το ύφος γραφής του Μπλανκί. Πιστεύει ακόμα πως οι δημοκρατικοί δεν θα είχαν πεισθεί για την ενοχή του αν δεν επέμενε με τόσο μίσος ο Barbès και πως όλα τα μέλη της μυστικής οργάνωσης ήταν εν γνώσει όλων των στοιχείων που αποκάλυπτε το έγγραφο. Ήταν πεπεισμένος πως υπήρχαν ψευδομάρτυρες. Η αλήθεια για την "προδοσία" του Μπλανκί συνεχίζει να αποτελεί θέμα συζήτησης για τους ιστορικούς[26].
Η υπόθεση αυτή προκαλώντας μεγάλη ζημιά στη δημοτικότητά του και πάλι λίγους μήνες αργότερα, και ενώ ο Μπλανκί κρατείται μαζί με τον Barbès στο Belle-Île, εισηγείται τον Δεκέμβριο του 1850 την διεξαγωγή ενός είδους πλειοψηφικής διαδικασίας, προκειμένου οι συγκρατούμενοι σύντροφοί τους να επιλέξουν ανάμεσα στους δυο τους. Υποπτευόταν τον Barbès για διαφθορά. Ο Barbès είναι διστακτικός στην ιδέα ότι η ιδεολογική αντιπαράθεση θα διεξαχθεί μόνο μεταξύ αυτού και του Μπλανκί. Καθώς έχει πολλούς περισσότερους υποστηρικτές από τον Μπλανκί, θέτει το αίτημα συμμετοχής των θεατών, γεγονός που θα ήταν πιθανόν επιζήμιο για τον Μπλανκί. Τελικά, η διαβούλευση δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ γιατί ο Barbès αρνήθηκε να συμμετέχει με τους όρους που ήθελε ο Μπλανκί[27].
Δεύτερη Αυτοκρατορία
Ο Μπλανκί απελευθερώνεται υπό επιτήρηση με την αμνηστία του 1859. Η μητέρα του και ο αδελφός του Αδόλφος πέθαναν ενώ ήταν στην φυλακή. Έχει όμως ακόμα τον γιο του Estève. Αλλά ο Estève, έχοντας σημαδευτεί από την επιρροή των παππούδων του παρά από τους γονείς τους, ζητά από τον Ωγκύστ να εγκαταλείψει την πολιτική. Θα τον δεχθεί στο εξοχικό του μόνο υπό την προϋπόθεση ότι ο πατέρας του θα σταματήσει τον πολιτικό αγώνα. Ο Ωγκύστ είναι ανένδοτος και έτσι χάνει την επαφή με τον Estève[28].
Ακραιφνής επαναστάτης, ξαναρχίζει τον αγώνα εναντίον της Αυτοκρατορίας αμέσως μετά την αποφυλάκισή του. Στις 14 Ιουνίου του 1861, συνελήφθη, καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκισης, και φυλακίστηκε στην Sainte-Pélagie. Δραπετεύει τον Αύγουστο του 1865 στο Βέλγιο, και συνεχίζει την προπαγάνδα ενάντια στην κυβέρνηση από την εξορία, μέχρι την γενική αμνηστία του 1869, που του επέτρεψε να επιστρέψει στη Γαλλία. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών δημιουργείται το πολιτικό ρεύμα των μπλανκιστών και οργανώνεται σε τμήματα. Ο Μπλανκί αποκτά οπαδούς; έχει ισχυρή επιρροή ειδικά στη φοιτητική νεολαία. Μεταξύ των μπλανκιστών είναι ο Paul Lafargue και ο Charles Longuet (και οι δύο γάλλοι σοσιαλιστές, μελλοντικοί γαμπροί του Μαρξ) ή ακόμα και τον Georges Clemenceau (γρήγορα όμως επέρχεται ρήξη στη σχέση τους λόγω του ότι ο Clemenceau συντάσσεται με τον Delescluze, επαναστάτη σοσιαλιστή που απεχθάνεται ο Μπλανκί. Παρ'όλ'αυτά ο θαυμασμός του ενός για τον άλλο, παραμένει)[29].
Η ροπή του Μπλανκί στη βίαιη δράση εκδηλώνεται το 1870 με δύο αποτυχημένες απόπειρες: η πρώτη στις 12 Ιανουαρίου στην κηδεία του Victor Noir (δημοσιογράφος που σκοτώθηκε από τον πρίγκηπα Pierre Βοναπάρτη, γιο του Λουσιέν Βοναπάρτη, ανιψιό του Ναπολέων Α΄ και ξάδερφο του Ναπολέοντα ΙΙΙ). Η δεύτερη θα πραγματοποιηθεί στις 14 Αυγούστου, όταν προσπαθεί να καταλάβει μια αποθήκη όπλων σε ένα πυροσβεστικό σταθμό. Έχει μαζί του καμμιά εκατοστή άνδρες, μεταξύ των οποίων ο Vallès; αυτός θα αποφασίσει σχετικά με το σχέδιο δράσης, αυτός είναι ο αληθινός ηγέτης, και αρνείται το σχέδιο κατάληψης του κάστρου της Vincennes. Επιλέγει τον στρατώνα αυτόν που βρίσκεται στην εργατική γειτονιά της La Villette γιατί υπολογίζει στην συμπαράσταση του λαού. Αυτό θα συμβεί μετά την παραίτηση του Ολιβιέ, αποτέλεσμα που προκάλεσαν οι στρατιωτικές ήττες της Γαλλίας εναντίον της Πρωσίας το 1870 ; ο Μπλανκί είναι απογοητευμένος από το γεγονός ότι η Δημοκρατία δεν αποκαθίσταται και θέλει να εκθρονίσει την αυτοκρατορική αντιβασιλεία. Η προσπάθειά του να ξεσηκώσει τους Παριζιάνους αποτυγχάνει. Ξέρει ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις δυνάμεις της τάξης με τόσους λίγους άνδρες. Απογοητευμένος, παραιτήθηκε και διέλυσε την μικρή ομάδα ανταρτών. Κάποιοι από αυτούς συνελήφθησαν, όχι όμως ο Μπλανκί[30]. Οι μετριοπαθείς δημοκρατικοί, ιδίως ο Gambetta και ο Φαβρ, καταδικάζουν την απόπειρα εξέγερσης. Με την βοήθεια της George Sand, του Μισελέ, του Ranc και του Gambetta, ο Μπλανκί κατορθώνει να μετατραπούν οι καταδίκες των συλληφθέντων σε ποινές με αναστολή. Απελευθερώνονται μετά την ανακήρυξη της Δημοκρατίας.
Το καταστροφικό ξεκίνημα της Τρίτης Δημοκρατίας κατά τον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο
Οι μπλανκιστές συνέβαλαν στην ίδρυση της Δημοκρατίας στις 4 Σεπτεμβρίου 1870 επιθυμώντας διακαώς να κερδίσει η Γαλλία τον πόλεμο. Ο Μπλανκί δεν συμφωνεί με τους δημοκράτες ηγέτες, όπως ο Ferry, o Favre, o Gambetta, o Arago και ο Garnier-Pagès. Τους στηρίζει όμως γιατί θέλει την εθνική ενότητα των δημοκρατικών εναντίον της Πρωσίας. Στις 7 Σεπτεμβρίου ιδρύει μια λέσχη και εκδίδει μια εφημερίδα με τίτλο "Η πατρίδα κινδυνεύει" με την οποία υποστηρίζει την αντίσταση του Gambetta. Στις 8 Δεκεμβρίου όμως σταματά η κυκλοφορία της λόγω έλλειψης πιστώσεων. Μέλος της λέσχης είναι και ο Jules Vallès. Ο Μπλανκί αντιλαμβάνεται πως ο πρόεδρος της κυβέρνησης της Εθνικής Άμυνας και ο στρατηγός Trochu, πρώην μοναρχικός, δεν είναι και τόσο σίγουροι για τη νίκη της Γαλλίας. Ο Trochu δεν θέλει να οπλίσει το λαό, προτιμά να αφήσει τα όπλα στους επαγγελματίες στρατιωτικούς. Επιδιώκει μια συνθηκολόγηση, ενώ ο Μπλανκί δεν θέλει "η κωμωδία του πολέμου" να οδηγήσει σε "μια ατιμωτική ειρήνη". Η δυσπιστία του αποδεικνύεται ορθή. Εκλεγέται επικεφαλής του 169ου τάγματος πεζικού με την υποστήριξη του Κλεμανσώ.
Οι αρχηγοί των ταγμάτων στέλνουν μια αντιπροσωπεία, με τον Μπλανκί επικεφαλής, στο δημαρχείο. Ο Vallès αναφέρει: "είδα ένα πρωί, την κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας να παραπαίει μέσα στην ανοησία και το ψέμα κάτω από το έντονο βλέμμα του Μπλανκί. Με στιβαρή φωνή και ήρεμες χειρονομίες τους επισήμανε τον κίνδυνο, τους υπέδειξε την λύση, εν ολίγοις τους έκανε μάθημα πολιτικής και στρατιωτικής στρατηγικής. Και ο Garnier-Pagès με το κoλάρο του, ο Ferry ανάμεσα στις επωμίδες του κι ο Pelletan, από το βάθος της γενειάδας του, είχαν ύφος σχολιαρόπαιδων που πιάστηκαν αδιάβαστα". Κατά συνέπεια επέρχεται ρήξη στην εθνική συμμαχία ως αποτέλεσμα της αποδοκιμασίας των μετριοπαθών δημοκρατικών από τους μπλανκιστές. Οι υποστηρικτές της κυβέρνησης βρίζουν και κατηγορούν παράλογα τον Μπλανκί σαν κατάσκοπο της Πρωσίας. Ο Trochu θέλει να κάνει νέες εκλογές για το 169ο τάγμα. Δεν θα επιτρέψει στον Μπλανκί να απολογηθεί. Χάνει τη θέση του αξιωματικού στις εκλογές. Ο Clemenceau, όπως ο Μπλανκί και ο Gambetta, αρνείται να εξετάσει την παραίτηση: σαν δήμαρχος του 18ου διαμέρισματος του Παρισιού, τοιχοκολλεί προκηρύξεις, δηλώνοντας ότι "η κυβέρνηση δεν μπορεί να δεχτεί ανακωχή χωρίς προδοσία". Οι παριζιάνοι,αστοί και προλετάριοι, αρνούνται να συνάψουν ανακωχή.
Στις 31 Οκτωβρίου 1870, ο δημοσιογράφος Flourens, ζητεί τη σύσταση προσωρινής επιτροπής που θα αντικαταστήσει την κυβέρνηση της Eθνικής Άμυνας, ώστε να μπορέσουν να διοργανωθούν οι εκλογές. Προτείνει για μέλη αυτής της επιτροπής, τον Victor Hugo, τον Μπλανκί, τον Dorian (δημοφιλή βιομήχανο),τον Ανρί Ροσφόρ (δημοσιογράφο της αριστεράς αντιτιθέμενο στη Δεύτερη αυτοκρατορία, που συμμετείχε στην κυβέρνηση της Εθνικής Άμυνας), τον Louis Blanc, τον Ledru-Rollin, τον Raspail (και οι τρεις, πρώην υποψήφιοι της αριστεράς στις προεδρικές εκλογές κατά του Λουδοβίκου-Ναπολέοντα). Προσωπικότητες της αριστεράς, που αρνούνται την συνθηκολόγηση με την Πρωσία. Το παρισινό πλήθος ζητωκραυγάζει τα ονόματα των υποψηφίων, συμπεριλαμβανομένου του Μπλανκί ο οποίος, στη συνέχεια, πηγαίνει στο δημαρχείο, περιμένοντας να πάρει μια θέση στην κυβέρνηση. Είναι πιθανόν ότι ο Crisenoy, ένας συντηρητικός διοικητής του 17ου τάγματος της χωροφυλακής, επεδίωξε να συλλάβει τον Μπλανκί, αλλά αποφάσισε να μην το κάνει, φοβούμενος την αντίδραση της Εθνοφρουράς, στην οποία ο Μπλανκί ήταν πολύ λαοφιλής. Οι εθνοφρουροί που ήταν με το μέρος της επιτροπής κατακλύζουν το δημαρχείο του Παρισιού. Η επιτροπή συμπαρατάσσεται με τους ομήρους της κυβέρνησης της Εθνικής Άμυνας, για τη διεξαγωγή εκλογών στις 2 Νοεμβρίου. Όμως, καθώς δεν ήταν παρόντα όλα τα μέλη της κυβέρνησης (κυρίως απουσίαζε ο επικεφαλής της, ο Trochu), η απόφαση των ομήρων και της επιτροπής δεν πείθει τον Μπλανκί, που απαιτεί τις υπογραφές όλων των μελών της κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας . Ενώ προσπαθεί να πάρει τις υπογραφές, οι δυνάμεις της τάξης της Κινητής Φρουράς κινούνται εναντίον των μπλανκιστών εθνοφρουρών. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή και η κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας,επιλέγουν την ειρηνική λύση, εγκαταλείποντας το κτίριο και τοιχοκολλώντας το σύμφωνο ειρήνευσης. Όπως υπογραμμίζει ο Decaux, ο Μπλανκί παρέμεινε στην κυβέρνηση μόνο δέκα ώρες.
Η κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας δεν σέβεται τις δεσμεύσεις της έναντι της Προσωρινής Επιτροπής. Λαμβάνει συντηρητικά μέτρα, τοποθετεί επικεφαλής της Εθνοφρουράς έναν αντιδραστικό; ως εκ τούτου, ο Rochefort παραιτείται οργισμένος. Γίνεται δημοψήφισμα με το οποίο οι Παριζιάνοι αποφασίζουν με 557.976 υπέρ έναντι 68.638 κατά, την παραμονή της κυβέρνησης Εθνικής Άμυνας. Έτσι αποδοκιμάζεται ο Μπλανκί που διαισθανόταν πως το "Ναι" θα επέφερε την ανακωχή. Την διαπραγμάτευση των όρων της συνθηκολόγησης, με τον καγκελάριο Όττο φον Μπίσμαρκ, αναλαμβάνει ο Θιέρσος. Ο Μπλανκί, καταγγέλει με λύσσα μέσα απ'την εφημερίδα του "Η πατρίδα σε κίνδυνο" τις πράξεις της κυβέρνησης. Γράφει στις 11 Νοεμβρίου: "Όταν αναλογιστούμε πως η Δημαρχία δεν πίστεψε ποτέ στην πιθανή νίκη της αντίστασης, πως διεξήγαγε έναν φρικτό και ανέλπιδο πόλεμο για δυο μήνες, μόνο και μόνο για να διατηρήσει την εξουσία, για να παραμείνει στην κυβέρνηση! Όταν αναλογιστούμε πως αυτή η προαναγγελθείσα βεβαιότητα της ήττας ήταν η μόνη αιτία. Όταν σκεφτούμε πως μείναμε με σταυρωμένα χέρια, γιατί πειστήκαμε πως οι έγκαιρες και σοβαρές προετοιμασίες, που θα μπορούσαν να μας εξασφαλίσουν την νίκη, ήταν άχρηστες, πως να μην μας καταρρακώσει η οδύνη και η λύσσα απ'το γεγονός πως η πατρίδα καταστρέφεται από την βλακεία, τον εγωισμό και τις ασήμαντες φιλοδοξίες κάποιων ανδρών;" Όμως, ο Μπλανκί μη μπορώντας να βρεί οικονομική στήριξη για να συνεχίσει την εφημερίδα του σύντομα, στις 8 Δεκεμβρίου, αναγκάζεται να την κλείσει.
Η πείνα στο Παρίσι είναι αδυσώπητη, οι πολίτες αναγκάζονται να τρώνε άλογα, γάτες, σκύλους, ακόμα και ποντίκια. Από τις 5 Ιανουαρίου 1871, οι Πρώσοι βομβαρδίζουν την αριστερή όχθη του Σηκουάνα. Αλλά οι Παριζιάνοι είναι επίμονοι και αποφασισμένοι, στην πλειοψηφία τους, να μην υποχωρήσουν, ενώ η κυβέρνηση, έχει ήδη αποφασίσει το αντίθετο. Προκειμένου να πείσει τον πληθυσμό ότι η παράδοση είναι αναπόφευκτη, κάνει μια καταστροφική έξοδο του στρατού στη μάχη του Buzenval στις 19 ιανουαρίου 1871, η οποία οδηγεί σε αποτυχία. Η Εθνοφρουρά του Παρισιού, απελευθερώνει τους πολιτικούς κρατουμένους στο Mazas στις 21 Ιανουαρίου και στις 22 επιχειρεί να ανακαταλάβει το Δημαρχείο. Ο Μπλανκί επιδιώκει να αποτρέψει τους εξεγερμένους, πιστεύοντας πως θα αποτύχουν. Βλέποντας όμως την αποφασιστικότητά τους, τους ακολουθεί γιατί θέλει να συμμετάσχει σε αυτή την επαναστατική δράση, ακόμη και αν νομίζει ότι είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Και όντως αποτυγχάνουν. Η Κινητή Φρουρά καταπνίγει την εξέγερση στο αίμα. Ο Jules Favre προτίθεται να διαπραγματευτεί με τον Μπίσμαρκ μια ανακωχή 21 ημερών, μετά την οποία μια πρόσφατα εκλεγμένη Εθνική Συνέλευση θα αποφασίσει για την ειρήνη ή τον πόλεμο. Ο Gambetta, υπουργός εσωτερικών, διαφωνώντας με τον Φαβρ, θέλει να συνεχίσει τον πόλεμο. Αλλά παραιτείται από το γεγονός ότι οι νομάρχες κατά πλειοψηφία, ανακοινώνουν πως οι νομοί είναι υπέρ της συνθηκολόγησης. Στις 8 Φεβρουαρίου 1871, η Εθνοσυνέλευση εκλέγεται ; ο Μπλανκί δεν εκλέγεται. Κατηγορεί, σε μια μπροσούρα με τίτλο "Μια τελευταία λέξη", την κυβέρνηση (που αναφέρεται ως η δικτατορία της Δημαρχίας), για "εσχάτη προδοσία και προσβολή για την ίδια την ύπαρξη του έθνους".
Η Κομμούνα (18 Μαρτίου-28 Μαΐου 1871)
Νεκρική προσωπίδα του Ωγκύστ Μπλανκί, χαλκογραφία του Félix Bracquemond.
O Μπλανκί φεύγει απ'το Παρίσι για το Μπορντό, και στη συνέχεια, για το Loulié. Στις 9 Μαρτίου, καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο . Ο Αδόλφος Θιέρσος, επί κεφαλής της κυβέρνησης, έχοντας επίγνωση της επιρροής του Μπλανκί στο παρισινό σοσιαλιστικό κίνημα, τον συλλαμβάνει στις 17 Μαρτίου 1871, ενώ φιλοξενείτο, άρρωστος, στο σπίτι ενός φίλου του γιατρού στο Bretenoux. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Figeac, και από εκεί στην Cahors. Δεν μπορεί να συμμετάσχει στα γεγονότα της Κομμούνας του Παρισιού, στα οποία συμμετέχουν πολλοί μπλανκιστές και τα οποία πυροδότησε στις 18 Μαρτίου, η εξέγερση εναντίον της κυβέρνησης του Θιέρσου και των πρώσων εισβολέων. Δεν μπορεί να επικοινωνήσει με κανέναν και φαίνεται πως δεν γνωρίζει καν τα γεγονότα που διαδραματίζονται.
Στις 18 Μαρτίου, Ο Θιέρσος επιχειρεί να καταλάβει με κανόνια το λόφο της Μονμάρτρης, αλλά ο πληθυσμός της αντιστέκεται: αυτά είναι τα γεγονότα που οδήγησαν στην ανακήρυξη της Παρισινής Κομμούνας, της οποίας, ο Μπλανκί, εξελέγη ως επικεφαλής του νέου δημοτικού συμβουλίου σε πολλές γειτονιές, ενώ εξακολουθεί να είναι φυλακισμένος έξω από το Παρίσι. Καταξιώνεται από την πλειοψηφία των "Κομμουνάρων". Θα μπορούσε να είχε αλλάξει την πορεία της ιστορίας, αν ήταν στο Παρίσι; Ο Καρλ Μαρξ είναι πεπεισμένος ότι ο Μπλανκί ήταν ο ηγέτης που απουσίαζε απ'την Κομμούνα[31]. Εξ άλλου, οι αιρετοί της Κομμούνας (στους 92 συμβούλους, 44 είναι νεο-ιακωβίνοι και μπλανκιστές) επιθυμούν διακαώς την επιστροφή του Μπλανκί[32].
Ο Flotte, ο παλιός φίλος του, προτείνει στον επίσκοπο Darboy, που ήταν όμηρος, να απελευθερώσουν τον Μπλανκί, με αντάλλαγμα τους ομήρους που κρατούσαν οι κομμουνάροι (κληρικούς και έναν γερουσιαστή). Ως εκ τούτου, ο αββάς Λαγκάρντ πήγε ως απεσταλμένος του επισκόπου Darboy, στον Θιέρσο ο οποίος όμως αρνείται την ανταλλαγή. Ο Λαγκάρντ, παρά τη δέσμευσή του να επιστρέψει πίσω ως όμηρος, εάν η ανταλλαγή αποτύγχανε, δεν επιστρέφει στο Παρίσι. Ο επίσκοπος Darboy, όντας πεπεισμένος ότι ο Flotte είναι ένας έντιμος άνθρωπος και ότι είναι σε θέση να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή, του εξασφαλίζει μια συνάντηση με τον Θιέρσο. Όταν συναντήθηκαν, ο Flotte είπε πως δεν θα προχωρήσει στην εκτέλεση των 74 ομήρων αν απελευθερωθεί ο Μπλανκί και σταματήσουν οι παραβιάσεις των βερσαγιέζων στρατηγών εναντίον των κομμουνάρων. Ο Θιέρσος επιμένει στην άρνηση του, και αναπόφευκτα οι όμηροι εκτελούνται. Όταν ο αββάς Deguerry, είπε στον επίσκοπο Darboy "αυτός ο άνθρωπος,εννοώντας τον Θιέρσο, είναι μικρόψυχος" εκείνος του απάντησε: "θα ήταν σωστότερο να λέγατε πως είναι απάνθρωπος".
Οι όμηροι λοιπόν εκτελέσθηκαν και στις 21 Μαϊου αρχίζει η Ματωμένη Εβδομάδα, η αιματηρή καταστολή των κομμουνάρων από τον τακτικό στρατό που βρίσκονταν στις Βερσαλλίες. Στις 22 Μαϊου ο Μπλανκί μεταφέρεται στο Morlaix και στις 24 στο φρούριο του Ταύρου, όπου οι συνθήκες διαβίωσης είναι τραγικές (μόνιμη επιτήρηση,απομόνωση, συνεχείς θόρυβοι, κλπ). Εκεί θα ξεκινήσει την ενασχόληση με την αστρονομία (γράφοντας την "Αιωνιότητα μέσα από τα Άστρα"), στοχαζόμενος την απεραντοσύνη του διαστήματος και αναλογιζόμενος πως σίγουρα κάπου υπάρχουν πλάσματα που μοιάζουν στο ανθρώπινο γένος.
Τον μεταφέρουν πίσω στο Παρίσι, όπου δικάζεται στις 15 Νοεμβρίου 1872, και καταδικάζεται (για τις ενέργειες της 31ης Οκτωβρίου 1870) μαζί με άλλους κομμουνάρους, σε απέλαση, ποινή που αντικατέστησε την ισόβια κάθειρξη, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της υγείας του. Παρά το γεγονός ότι ο Dorian τάχθηκε υπέρ της δέσμευσης της κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας,να μην καταδικάσει τους πολίτες που συμμετείχαν στα γεγονότα της 31ης Οκτωβρίου, ο Μπλανκί καταδικάστηκε.
Στην υπεράσπισή του ενώπιον των δικαστών είπε: "Αντιπροσωπεύω εδώ την Δημοκρατία που σύρθηκε στο εδώλιο του δικαστηρίου σας, από την Μοναρχία. Ο Κύριος Επίτροπος της κυβέρνησης καταδίκασε την Επανάσταση του 1789, την Επανάσταση του 1830, του 1848 και την επανάσταση της 4ης Σεπτέμβρη [1870]: και δικάζομαι εξ ονόματος των μοναρχικών ιδεών, του παλαιού Δικαίου σε αντίθεση του νέου Δικαίου, όπως διατείνεται, και καταδικάζομαι εν μέσω Δημοκρατίας". Φυλακίστηκε στο Clairvaux. Στα 1877 είναι βαριά άρρωστος (έχει καρδιακό οίδημα) παρ'όλα τα ιατρικά προγνωστικά, θα επιζήσει. Όλο και περισσότερες διαμαρτυρίες υψώνονται κατά της φυλάκισής του (ιδίως η εφημερίδα "Η Ισότητα") καθώς και μία από τις αδελφές του, η Κυρία Αντουάν, που λέει: "Ακόμα και σήμερα κρατείται παράνομα στις φυλακές της Δημοκρατίας, ενώ αφιέρωσε την ζωή του στη θεμελίωση και στην υπεράσπισή της". Δημιουργείται ένα κύμα συμπαράστασης. Ο Κλεμανσώ, στις 21 Φεβρουαρίου 1879 παρεμβαίνει στην Βουλή ζητώντας την αμνήστευσή του, λέγοντας πως ο Μπλανκί είναι "αδιαμφισβήτητος δημοκράτης".
Ο Μπλανκί του είναι ευγνώμων[33]. Βάζει υποψηφιότητα σε διάφορες ψηφοφορίες. Στις 20 Απριλίου 1879 εκλέγεται βουλευτής στο Μπορντώ (ο Γκαριμπάλντι καλεί τον κόσμο να τον ψηφίσει προσφωνώντας τον " ήρωα που μαρτύρησε για την ανθρώπινη ελευθερία"). Τίθεται ζήτημα εκλογιμότητας; από την Αριστερά, ο Λουί Μπλάν και ο Κλεμανσώ υποστηρίζουν την εγκυρότητα της εκλογής και την αναγκαιότητα της απελευθέρωσης του Μπλανκί. Όμως, την 1η Ιουνίου, ακυρώνεται η εκλογή του. Εν τούτοις, αφήνεται ελεύθερος στις 10 του ίδιου μήνα με προεδρικό διάταγμα. Ξαναβρίσκει χαρούμενος τις αδελφές του, τις κυρίες Μπαρελιέ και Αντουάν, και τον φίλο του Κλεμανσώ. Ο Πωλ Λαφάργκ, ο γαμπρός του Μαρξ, τον συγχαίρει για την απελευθέρωσή του και τον καλεί στο Λονδίνο. Ο Μπλανκί προτιμά να προσπαθήσει να επανεκλεγεί στο Μπορντώ και δεν θα πάει στο Λονδίνο. Ο Λαφάργκ, ο Μαρξ και ο Pierre Denis τον θαυμάζουν γιατί διακρίνουν σ'αυτόν την ενσάρκωση της ιδέας της πάλης των τάξεων. Ο θαυμασμός όμως αυτός δεν φαίνεται να είναι αμοιβαίος: ο Μπλανκί αποδοκιμάζει με αυστηρότητα τις μαρξιστικές ιδέες του δημοσιογράφου Gabriel Deville.
Στις εκλογές αποτυγχάνει λόγω των πικρόχολων επιθέσεων που επαναλάμβαναν τις κατηγορίες του εγγράφου Taschereau. Αφοσιώνεται λοιπόν στον αγώνα υπερ της αμνήστευσης των συντρόφων του κομμουνάρων. Ταξιδεύει σ'όλη την Γαλλία διαδίδοντας τις ιδέες του μέσα απ'την εφημερίδα του "Ούτε θεός ούτε αφέντης". Σοκαρισμένος από το γεγονός ότι οι δημοκράτες είτε εξορίζονται, είτε φυλακίζονται ενώ οι μοναρχικοί και οι βοναπαρτιστές ζουν ανενόχλητοι, συγκεντρώνει τα πλήθη, ιδιαίτερα στην Λυών, για να πάρουν θέση υπερ της αμνηστίας. Συναντάται με τον Γκαριμπάλντι και τον Ροσφώρ. Αμέσως μετά τον θάνατο της αδελφής του, της κυρίας Μπαρελιέ για την οποία είναι απαρηγόρητος, αποτυγχάνει για δεύτερη φορά στις εκλογές στην Λυών, καθώς οι αντίπαλοί του κάνουν σύμπραξη εναντίον του χρησιμοποιώντας ξανά το έγγραφο Taschereau. Παρ'όλες τις αντιξοότητες όμως και καθώς είχε διεξαχθεί σωστά η προεκλογική του καμπάνια (είχε βγεί πρώτος από τον πρώτο γύρο), συνεισφέρει με αποτελεσματικό τρόπο στην ψήφιση του νόμου για την αμνήστευση των κομμουνάρων στις 11 Ιουλίου 1880. Μετά τον θάνατο της κυρίας Μπαρελλιέ, φιλοξενείται στο σπίτι ενός υποστηρικτή του, του Ernest Granger. Στις 27 Δεκεμβρίου και ενώ συζητούσαν, ο Μπλανκί παθαίνει εγκεφαλική συμφόρηση. Οι φίλοι του, και ιδίως ο Κλεμανσώ και ο Βαγιάν προστρέχουν κοντά του. Πεθαίνει την νύχτα της 1ης Ιανουαρίου 1881 στην οδό 25,Boulevard Auguste Blanqui. Στην κηδεία του παρευρέθηκαν 100.000 άτομα. Ενταφιάστηκε στο Νεκροταφείο του Père-Lachaise στο Παρίσι. Ο θιασώτης του, Eudes και η Louise Michel του απέδωσαν φόρο τιμής.
Πολιτικές Θέσεις
Σύμφωνα με το σοσιαλιστικό πολιτικό ρεύμα της εποχής, ο Μπλανκί είναι υπέρ της αναδιανομής του κεφαλαίου και της κολεκτιβοποίησης των μέσων παραγωγής, όπως επισημαίνει στο κείμενό του "Όποιος έχει το μαχαίρι, έχει και το ψωμί". Όμως ο μπλανκισμός διαφέρει από πολλές απόψεις από τα άλλα σοσιαλιστικά ρεύματα της εποχής του. Δεν μπορούμε να τον εντάξουμε στον μαρξισμό. Από τη μία πλευρά, σε αντίθεση με τον Καρλ Μαρξ, ο Μπλανκί δεν πιστεύει στον πρωταρχικό ρόλο της εργατικής τάξης, ούτε στα μαζικά κινήματα: πιστεύει, αντίθετα, πως η επανάσταση πρέπει να είναι το έργο μιας μειοψηφίας, που θα επιβάλλει δια της βίας μια προσωρινή δικτατορία . Αυτή η περίοδος της μεταβατικής τυραννίας θα επιτρέψει να τεθούν τα θεμέλια μιας νέας τάξης πραγμάτων, που θα οδηγήσει στη λαϊκή εξουσία. Από την άλλη πλευρά, ο Μπλανκί ανησυχεί περισσότερο για την επανάσταση παρά για το κοινωνικό γίγνεσθαι μετά απ'αυτήν: αν και η σκέψη του βασίζεται σαφώς σε σοσιαλιστικές αρχές, σπάνια φτάνει μέχρι το σημείο να οραματιστεί μια κοινωνία καθαρά και πραγματικά σοσιαλιστική. Σ'αυτό ακριβώς διαφέρει από τους ουτοπιστές. Για τους μπλανκιστές, η ανατροπή της αστικής τάξης και η επανάσταση είναι αυτοσκοπός τουλάχιστον κατά την πρώτη περίοδο. Ήταν ένας μη μαρξιστής σοσιαλιστής. Ήδη από τα νεανικά του χρόνια είναι θετικά διακείμενος προς την έλευση της Δημοκρατίας γιατί πιστεύει πως σύντομα θα ακολουθήσει και ο σοσιαλισμός.
Στην εφημερίδα του, Ο Ελευθερωτής, που ιδρύθηκε το 1834, με μότο "Ενότητα, Ισότητα, Αδελφότητα", έγραψε στο πρώτο φύλλο (2 φεβρουαρίου 1834): "Ο λόγος για τον οποίο είμαστε δημοκράτες, είναι γιατί ελπίζουμε πως η δημοκρατία θα επιφέρει έναν κοινωνικό μετασχηματισμό τον οποίο η Γαλλία ζητεί επειγόντως και ο οποίος είναι αναπότρεπτος. Αν η δημοκρατία ματαιώσει αυτή την προσδοκία, θα σταματήσουμε να είμαστε δημοκράτες, γιατί όσον αφορά εμάς, μια μορφή διακυβέρνησης δεν είναι στόχος, αλλά μέσο, και δεν επιθυμούμε απλώς μια πολιτική μεταρρύθμιση, παρά μόνο εάν οδηγεί σε κοινωνική μεταρρύθμιση". Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, αργότερα, θα παρουσιάσει την ιδέα της δικτατορίας του προλεταριάτου. Στην Εταιρεία των Εποχών, γράφει: "Το κοινωνικό κράτος έχει γάγγραινα, για να το επαναφέρουμε σε μια υγιή κατάσταση, χρειάζονται ηρωικά γιατρικά; θα υπάρξει, για κάποιο χρονικό διάστημα, η αναγκαιότητα μιας επαναστατικής εξουσίας"[34].
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι Μπλανκί προσεγγίζει ιδεολογικά την σκέψη του Εμπέρ ενώ απορρίπτει τις ιδέες του Ροβεσπιέρου, που θεωρεί πως έχουν θρησκευτικό υπόβαθρο (εξάλλου, εξ άλλου ήταν ο ιδρυτής της εφημερίδας Ούτε Θεός, Ούτε αφέντης)[35]. Ο Alain Decaux θεωρεί ότι η στάση του Μπλανκί είναι συγκρίσιμη με αυτή του Ροβεσπιέρου: ενώ του Barbès, είναι παρόμοια με εκείνη του Δαντόν. Ο Μπλανκί είναι "άτεγκτος" και "αδιάλλακτος". Οι δυό πρώην σύμμαχοι συγκρούστηκαν λόγω του εγγράφου Taschereau. Το 1839 είχαν επιδιώξει να καταλάβουν μαζί το δημαρχείο του Παρισιού. Ο Barbès και ο Μπλανκί είναι δύο "αλληλοσυγκρουόμενοι" επαναστάτες: "Ο Μπλανκί θέλει μια κοινωνική δημοκρατία, ενώ η ιδέα της δημοκρατίας για τον Barbès είναι πιο χλιαρή"[36]. Ο Alain Decaux κρίνει ότι η κατηγορία της ακραίας βίας που αποδίδουν στον Μπλανκί είναι υπερβολική, Πιστεύει πως ο Ουγκώ είναι αυστηρός και άδικος όταν συγκρίνει τον Μπλανκί με τον Marat. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Μπλανκί αποδέχεται τον διάλογο, δεν είναι δήμιος, δεν ζητά, για παράδειγμα, όπως ισχυρίζεται ο Ουγκώ, να καρατομηθεί ο Λαμαρτίνος. Είναι πολύ πιο φιλειρηνικός από όσο τον παρουσιάζουν[37].
Η στάση του είναι αδιάλλακτη. Δεν θέλει σταδιακές μεταρρυθμίσεις που χαρακτηρίζονται από παραχωρήσεις. Έχει ένα μότο: "θα πρέπει να παντρευτεί χωρίς προίκα". Δεν θέλει να συμμαχήσει με την πιο μετριοπαθή αριστερά του Ledru-Rollin ή του σοσιαλιστή Λουί Μπλαν. Είναι συνεπής επαναστάτης όταν γράφει το 1851 σε ορισμένους από τους υποστηρικτές του, ενώ ήταν φυλακισμένος: "Όποιος έχει το μαχαίρι έχει και το ψωμί...όταν οι εργάτες με υψωμένα τα όπλα πλημμυρίσουν την Γαλλία τότε θα έρθει ο σοσιαλισμός. Μπροστά στούς ένοπλους προλετάριους, όλα τα εμπόδια, οι αντιδράσεις και τα αδιέξοδα θα εξαφανιστούν. Αλλά και για τους προλετάριους που επιτρέπουν στον εαυτό τους να διασκεδάζουν με γελοία σούρτα-φέρτα στους δρόμους, φυτεύοντας δέντρα της ελευθερίας και ακούγωντας πομπώδεις δικηγορίστικους λόγους, έχουμε πρώτα αγιασμό, μετά βρισιές και στην συνέχεια σφαίρες, και πάλι σφαίρες και δυστυχία πάντα. 'Ας επιλέξει ο λαός!"[38].
Ο Μπλανκί φαίνεται πως δεν συμπαθεί την Πρώτη Διεθνή. Επιπλέον, φαίνεται να λοιδωρεί τον Προυντόν που είναι αρκετά δημοφιλής μεταξύ των μελών της Διεθνούς. Αναμφισβήτητα, δεν μπορούμε να τον εντάξουμε σε κανένα από τα κύρια ιδεολογικά ρεύματα του της εποχής του. Δεν δείχνει να θαυμάζει ιδιαίτερα τον Μαρξ, εκτός από την Αθλιότητα της φιλοσοφίας, ένα έργο που ασκεί κριτική στον Προυντόν. Σύμφωνα με τον Decaux, "Ο Μπλανκί δεν ανέχεται οποιαδήποτε συμμαχία". Μια απόπειρα συμπαράταξης με τους υποστηρικτές του Μπακούνιν, για παράδειγμα, απέτυχε[39].
Το Έργο του
Jules Dalou Ο Τάφος του Μπλανκί (1885) Νεκροταφείο Père-Lachaise, Παρίσι
Τζουλς Dalou, Ο Μπλανκί στον τάφο του (1885), Νεκροταφείο Père-Lachaise, Παρίσι.
Ο Μπλανκί συγγενεύει ιδεολογικά με τον λεγόμενο "μεταφυσικό" σοσιαλισμό ". Στο έργο του η Αιωνιότητα μέσα από τα άστρα (1872), που το ολοκλήρωσε, είναι αλήθεια, στο τέλος της ζωής του και ενώ ήταν για μια ακόμα φορά στη φυλακή, εξηγεί ότι ο συνδυασμός των ατόμων από τα οποία προκύπτουμε σαν οντότητες αναπαράγεται άπειρες φορές (στο άπειρο του χώρου και του χρόνου), με αποτέλεσμα, κάθε ένας από εμάς να έχει έναν άπειρο αριθμό από σωσίες. Ωστόσο, τα τελευταία γραπτά του Μπλανκί είναι αμελητέα σε σύγκριση με αυτό που ήταν κατ'ουσίαν και πάνω απ'όλα: ένας στρατηγός της εξέγερσης που δεν δίστασε να αναλωθεί ο ίδιος προσωπικά.
Στη συλλογή κειμένων με τίτλο" Η Κοινωνική Κριτική, που δημοσιεύτηκε το 1886, Μπλανκί καθορίζει τρεις θέσεις:
η κοινωνία των πολιτών εξαρτάται εξ ολοκλήρου από το μηχανισμό των ανταλλαγών
η ιστορία αναπτύσσεται ως ένα σύνολο γύρω από την σύγκρουση των οικονομικών συμφερόντων που αποσκοπούν στην αύξηση του πλούτου
η ανθρώπινη κοινωνία εξελίσσεται προς τον κομμουνισμό , και ο ρυθμός της πορείας της επιταχύνεται από την κατάχρηση και τις αδικίες του καπιταλισμού.
Αρχικές εκδόσεις
Υπερασπιστικός Λόγος του πολίτη Λουί-Ωγκύστ Μπλανκί στο Κακουργοδικείο, 1832.
Οδηγίες για την ανάληψη των όπλων, 1866.
Η Πατρίδα σε κίνδυνο, 1871.
Η Αιωνιότητα μέσα από τα αστέρια, 1872. [1]
Η Κοινωνική Κριτική, 1885.
Ανθολογίες
Οδηγίες για την ανάληψη των όπλων. Η Αιωνιότητα μέσα από τα αστέρια και άλλα κείμενα. Αποκατάσταση κειμένων και πρόλογος από τους Miguel Abensour και Valentin Pelosse, Παρίσι, Εκδόσεις De la tête de feuilles, 1973.
Κείμενα για την Επανάσταση, Άπαντα Ι, πολιτικά κείμενα και γράμματα από τη φυλακή, παρουσίαση και σχόλια από τον Α. Münster, Εκδόσεις Galilée, 1977 (δεν υπάρχει τόμος ΙΙ δημοσιευμένος, στον τόμο Ι τα κείμενα σταματούν στο έτος 1853).
Έργα Ι. Από τις Απαρχές της Επανάστασης του 1848, κείμενα που συγκεντρώνονται και παρουσιάζονται από τον Dominique Le Nuz, Presses Universitaires de Nancy, 763 p. 1993.
Τώρα, τα όπλα είναι απαραίτητα, τα κείμενα που επιλέγονται και παρουσιάζονται από τον Dominique Le Nuz, Εκδόσεις La Fabrique, 432 p., 2007 σε απευθείας σύνδεση κείμενο.
Ούτε Θεός, ούτε αφέντης, Εκδόσεις Άντεν, 2009, (ISBN 9782930402772), παρουσίαση επεξεργαστή.
Παραπομπές
Winock, Michel. La Gauche en France, p.26.
David Parker, Revolutions and the Revolutionary Tradition : In the West 1560-1991, New York, Routledge, 2002, (ISBN 978-1-13469-059-6), p. 256
Biographie d'Auguste Blanqui sur le site de l'Assemblée Nationale
Maurice Dommanget, Auguste Blanqui. Des origines à la Révolution de 1848.
Samuel Bernstein, Blanqui, Paris, François Maspero, 1970, p.30
Entrée Académie maître édition=9 Centre national de ressources textuelles et lexicales (sens , 1) (consulté le 24 janvier 2017).
Définitions lexicographiques et étymologiques de « maître » du Trésor de la Langue Française Informatisé, sur le site du Centre National de Ressources Textuelles et Lexicales [consulté le 24 janvier 2017].
Alain Decaux, p. 22-42
lain Decaux, , librairie académique Perrin, 1976 (ISBN 2-7242-0529-4), p. 43-47
Alain Decaux, , librairie académique perrin, p. 48-54
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, p. 62
Archive des Marxistes français
Olivier Pétré-Grenouilleau, Saint Simon, L'utopie ou la raison en actes, Payot, p.394
J.-C. Caron, Générations romantiques. Les étudiants de Paris et le Quartier latin (1814-1851)., A. Colin, 1991, σ. 278. (ISBN 2-200-37241-8)
Alain Decaux, p. 123-128
Jacques Julliard, pages 294-305}}
Alain Decaux, p. 64, p. 137-138
Alain Decaux, p. 252-261
Alain Decaux, p. 269-271
Alain Decaux, p. 276-301
Alain Decaux, p. 303-313
Alain Decaux, p. 361-405
Alain Decaux, p. 409-415
voir sur Gallica
Voir sa biographie sur la Base historique des anciens parlementaires
Alain Decaux, Blanqui, l'Insurgé, 1976, voir p.315 à 348.
Alain Decaux, p. 420-428
Alain Decaux, p. 465-471
Alain Decaux, p.485-514
Alain Decaux, p. 533-579
« Le véritable meurtrier de l'archevêque Darboy, c'est Thiers. La Commune, à maintes reprises, avait offert d'échanger l'archevêque et tout un tas de prêtres par-dessus le marché, contre le seul Blanqui, alors aux mains de Thiers. Thiers refusa obstinément. Il savait qu'avec Blanqui, il donnerait une tête à la Commune », Karl Marx, La Guerre civile en France (la commune de Paris), 1871, éd. Fayard/Mille et une nuits (2007)
Alain Decaux, Blanqui ou l'insurgé, librairie académique Perrin, p. 556-579
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, p. 581-634
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, 1976, p. 158-162, p. 190-193
Alain Decaux, , Flammarion, 2012, p. 294-305
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, p. 172-174, p. 232-234
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, p. 293-298
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, p. 430-431
Alain Decaux, , librairie académique Perrin, p. 520-522
Βιβλιογραφία
Gustave Geffroy,Ο Φυλακισμένος, βιογραφία, 1897 Gustave Geffroy, L'Enfermé, Επανέκδοση Amourier , 2015 Blanqui, l'Enfermé L'Amourier Editions
Λεξικό της Γαλλικής Βιογραφίας, Librairie Letouzey και aborn, 1954
Alan B. Spitzer, Οι επαναστατικές θεωρίες του Λουί-Ογκίστ Μπλανκί, Νέα Υόρκη, Columbia U. P., 1957, 208 p.
V. P. Volguine, Μπλανκί, επιλεγμένα κείμενα, Editions sociales, 1957
Maurice Dommanget: οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες του Ωγκύστ Μπλανκί, 1957
Maurice Dommanget, Ωγκύστ Μπλανκί. Από τις απαρχές της Επανάστασης του 1848 (Πρώτοι αγώνες και πρώτες φυλακές), Mouton, το Παρίσι, 1969
Alain Decaux, Μπλανκί, ο Εξεγερμένος, Πέριν, 1976
Maurice Παζ, Ένα επαγγελματίας Επαναστάτης, Ωγκύστ Μπλανκί, Παρίσι, Fayard, 1984
Victor Hugo, τα Πράγματα που είδα 1847-1848.
Jean-noel Tardy, Η Εποχή των Σκιών. Δολοπλοκίες, συνωμοσίες και μυστικές οργανώσεις του 19ου αιώνα, Παρίσι, Les Belles Lettres, 2015, 672 p.
Κόμικ
Maximilien Le Roy, Loïc Locatelli Kournwsky, Ούτε Θεός, Ούτε Αφέντης. Ωγκύστ Μπλανκί,Ο Φυλακισμένος, Κάστερμαν, 2014, προειδοποίηση επεξεργαστή.
Αρχεία
Βιογραφικό λεξικό, Εργατικό Κίνημα, Κοινωνικό Κίνημα, " Maitron ": βιογραφικό σημείωμα.
Μορφές και Πρόσωπα της Κομμούνας: ένα βιογραφικό σκίτσο.
Εθνική συνέλευση: μια βιογραφία.
Η Αναρχική Εφημερίδα: ένα βιογραφικό σκίτσο.
René Bianco: 100 χρόνια Αναρχικού Τύπου: βιβλιογραφική εγγραφή.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Σύνδεσμοι σε καταλόγους καθιερωμένων όρων
WorldCat VIAF: 31993144 LCCN: n79144718 ISNI: 0000 0001 0884 5567 GND: 118663755 SELIBR: 356272 SUDOC: 027376958 BNF: cb11892311h (data) BIBSYS: 97039253 HDS: 8744 NLA: 35019320 NDL: 00433484 NKC: skuk0000124 BNE: XX887407 CiNii: DA00338335
Documents divers.
Textes sur les Classiques des sciences sociales.
Blanqui. Textes choisis. par V.P. Volguine, membre de l'Académie des sciences de l'URSS.
Anatole France évoque, dans Sur la Pierre Blanche, l'intérêt de Blanqui pour l'astronomie lors de son incarcération au Mont-Saint-Michel.
Paris en brèves, Anarchiste ou communiste ?.
(Αγγλικά) Masque mortuaire d'Auguste Blanqui, collections de l'Institut international d'histoire sociale.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License