Ο Βαλδουίνος Α΄ της Ιερουσαλήμ (Baudouin Ier de Jérusalem, 1065 - 2 Απριλίου 1118) ήταν ένας από τους αρχηγούς της Α΄ Σταυροφορίας και πρώτος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ (1100 - 1118). Ήταν ο μικρότερος γιος του Ευστάθιου Β΄ κόμητος της Βουλώνης (του Μπουιγιόν) και της Ίδας της Λωρραίνης, μικρότερος αδελφός του Ευστάθιου Γ΄ του Μπουιγιόν και του Γοδεφρείδου του Μπουγιόν. Σαν μικρότερος γιος στην νεότητα του είχε ενδιαφέροντα μονάχα για την εκκλησιαστική σταδιοδρομία του σαν κληρικός, αλλά αργότερα άλλαξε γνώμη, όταν βρέθηκε στην Νορμανδία, όπου παντρεύτηκε την Γκοντβέρα, κόρη σημαντικού Αγγλο-Νορμανδού ευγενούς.
Το 1096, αφού πούλησε όλη την περιουσία του, ενώθηκε με τους δύο μεγαλύτερους αδελφούς του, προκειμένου να συμμετάσχει στην Α΄ Σταυροφορία. Τον συνόδευσε η σύζυγος του και πλήθος λαού από τα κατώτερα λαϊκά στρώματα, προξενώντας πολλές καταστροφές στο διάβα τους. Έφτασαν στην Κωνσταντινούπολη και κατέλαβαν μια γέφυρα στα περίχωρα της πόλης, εξαναγκάζοντας τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α΄ Κομνηνό να συνθηκολογήσει μαζί τους, δίνοντας τον γιο του, μέλλοντα αυτοκράτορα Ιωάννη Β΄, όμηρο στον Βαλδουίνο. Αργότερα αυτός και οι αδελφοί του αποσπάστηκαν από το κύριο σώμα των Σταυροφόρων υπό τον Τανκρέδο της Γαλιλαίας, ενώ η σύζυγος του αρρώστησε και πέθανε στο Μαράς.
Ήρθε σε απευθείας σύγκρουση με τον Τανκρέδο, κατέλαβε από αυτόν την Ταρσό (1097) εγκαθιστώντας φρουρά στην πόλη, και δέχτηκε τελικά πρόσκληση από κάποιον Αρμένιο ονομαζόμενο Μπαγκράτ. Πήγε στην Αντιόχεια (ή Έδεσσα), αφού δέχτηκε πρόσκληση από τον ίδιο τον διοικητή της πόλης Θώρο (ή Θεόδωρο)[1]. Ο λαός της πόλης τον καλοδέχτηκε σαν γιο του Θώρου, ενώ όταν ο Θώρος δολοφονήθηκε (1098), δημιουργήθηκαν υποψίες ότι βρισκόταν κρυμμένος πίσω από αυτήν. Κυβέρνησε την πόλη για δύο χρόνια ως το 1100. Κατά την διάρκεια των δύο ετών, αντιμετώπισε επιτυχώς μια μουσουλμανική εκστρατεία εναντίον του, ενώ χωρίς να συμμετέχει ο ίδιος έστειλε χρήματα και στρατό στην πολιορκία της Αντιόχειας.
Πρώτος βασιλιάς της Ιερουσαλήμ
Η είσοδος του Βαλδουίνου στην Έδεσσα τον Φεβρουάριο του 1098 - έργο του J.Robert-Fleury (1840)
Μετά τον θάνατο του Γοδεφρείδου τον Ιούλιο του 1100, προσκλήθηκε στα Ιεροσόλυμα από τους υποστηρικτές της μοναρχίας. Εκεί, ήρθε σε σύγκρουση με τον παλιό του εχθρό, Τανκρέδο, και τον πατριάρχη Δαγόβερτο της Πίζας, που ήθελε να εγκαταστήσει θεοκρατικό καθεστώς όταν ζούσε ο Γοδεφρείδος. Στέφθηκε βασιλιάς στις 25 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου, ενώ ο πατριάρχης λόγω της έχθρας που είχε μαζί του αρνήθηκε να τον στέψει στα Ιεροσόλυμα και το έκανε στην Βηθλεέμ. Η διαμάχη με τον πατριάρχη συνεχίστηκε, ώσπου κατέληξε στην έκπτωση του Δαγόβερτου από τον πατριαρχικό θρόνο (1102).
Κατέλαβε την Καισάρεια, όπου εγκατέστησε πατριάρχη, και την πόλη Αρσούφ, ενώ νίκησε τους Αιγύπτιους στην μάχη της Ραμλάχ, όπου εσφαλμένα διαδόθηκε από τον εχθρό του, Τανκρέδο, ότι ηττήθηκε και σκοτώθηκε. Το 1102, σε άλλη μάχη στην πόλη Ραμλάχ με υπολείμματα των Σταυροφόρων, συμπεριλαμβανομένων των Στέφανο του Μπλουά, Γουλιέλμο Θ΄ της Ακουιτανίας, Ούγο ΣΤ΄ των Λουζινιάν, ηττήθηκε από τους Αιγυπτίους, ο ίδιος όμως κατάφερε να δραπετεύσει στα Ιεροσόλυμα, όπου ανασυγκρότησε τον στρατό του νικώντας οριστικά τους Αιγύπτιους στην Γιάφα.
Πολιόρκησε την Άκρα (1103), ενώ πλήρωσε λύτρα για την απελευθέρωση του Βοϋμόνδου της Αντιόχειας, που τον προτιμούσε σαν αντιβασιλιά από τον Τανκρέδο. Συγκάλεσε συμβούλιο μπροστά στην πόλη της Τρίπολης, ζητώντας από τον Τανκρέδο να του παραδώσει την πόλη (1109). Σε λίγο η πόλη έπεσε στα χέρια Σταυροφόρων. Αργότερα κατέλαβε με την βοήθεια των Γενοβέζων την Σιδώνα και την Τύρο. Χώρισε την δεύτερη σύζυγο του, την πριγκίπισσα Άρντα της Αρμενίας (1109), προκειμένου να παντρευτεί σε τρίτο γάμο του την Αδελαΐδα ντελ Βάστο (1113) με την κατηγορία της απιστίας. Στην πραγματικότητα οι λόγοι ήταν ότι δεν ήταν συμπαθής στον πληθυσμό της πόλης λόγω της Αρμενικής της καταγωγής, ενώ δεν μπορούσε ούτε να του κάνει παιδιά. Γι' αυτό, έπρεπε επειγόντως να κάνει τον διάδοχο με την Αδελαΐδα, αλλιώς ο θρόνος θα περνούσε στον Ρογήρο Β΄ της Σικελίας, τον γιο της από τον πρώτο της γάμο. Τελικά τον διαδέχθηκε ο ξάδελφος του, Βαλδουίνος Β΄ της Ιερουσαλήμ.
Περιγράφεται από τους ιστορικούς, ιδιαίτερα τον Γουλιέλμο της Τύρου, σαν θηριώδης στην εξωτερική εμφάνιση περισσότερο από τον αδελφό του Γοδεφρείδο, ενώ έμοιαζε με τον βιβλικό Σαούλ.
Παραπομπές
Γεώργιος Α. Λεβενιώτης, Η πολιτική κατάρρευση του Βυζαντίου στην ανατολή, Θεσσαλονίκη 2007
Πηγές
The Columbia Encyclopedia, Sixth Edition. 2001-05. Baldwin I, Latin king of Jerusalem. [1]
"Les Croisades, Origines et consequences", Claude Lebedel, p.50
J. Norwich, A History of Venice, 83
A. Konstam, Historical Atlas of the Crusades, 133
Fulcher of Chartres, A History of the Expedition to Jerusalem, 1095-1127, trans. Frances Rita Ryan. University of Tennessee Press, 1969.
Anna Comnena, The Alexiad, trans. E.R.A. Sewter. Penguin Books, 1969.
William of Tyre, A History of Deeds Done Beyond the Sea, trans. E.A. Babcock and A.C. Krey. Columbia University Press, 1943.
Steven Runciman, A History of the Crusades, vols. I-II. Cambridge University Press, 1951-1952.
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License