.
Κατοικούσαν στην Θρακική παραλία κοντά στα ¨Άβδηρα και κοντά στην λίμνη, την οποία από αυτούς ονομάστηκε Βιστωνίδα. Κατείχαν την περιοχή αυτή από τα πανάρχαια χρόνια και διακρίθηκαν μεταξύ των άλλων Θρακών σε μεταγενέστερη εποχή για τον πολιτισμό τους. Ονομάστηκαν Βίστονες από τον Βίστονα, τον γιο του Κίκονα. «Βίστονες, έθνος Θρακών, από Βίστονος του Κίκονος». Ο Απολλόδωρος τους αποκαλεί μαχιμότατους. Η πεδιάδα της Βιστονίδος χώρας, και η λίμνη Βιστωνίδα, είναι χαμηλότερα της θαλάσσης. Μυθολογείται δε, ότι ο Ηρακλής, όταν εξεστράτευσε κατά του Διομήδη, άνοιξε την ξηρά και αφήκε την θάλασσαν να κατακλύσει την πεδιάδα, για να κατορθώσει κατ’ αυτόν τον τρόπο να υπερισχύσει από τους εχθρούς του. Η λίμνη Βιστονίς λεγόταν και λίμνη των Πόρων, από αυτό δε παρέμεινε και η σημερινή ονομασία της «λίμνη της Μπορού» . Ξακουστός βασιλιάς τους ήταν ο Διομήδης. Ο Διομήδης ήταν γιος του Άρη και της Κυρήνης, αδελφός του Κύκνου. Ο Διομήδης είχε τέσσερα παράξενα θηλυκά άλογα που ήταν πολύ άγρια. Παράξενα ήταν και τα ονόματά τους: Πόδαργος, Λάμπων, Ξάνθος, Δεινός. Από τα ρουθούνια τους πετούσαν φωτιά. Δεν έτρωγαν χόρτα και σανό όπως όλα τα άλλα τα άλογα αλλά ανθρώπινες σάρκες. Όταν ερχόταν κάποιος ξένος στη χώρα τους ο Διομήδης τον σκότωνε και τον έριχνε στη χάλκινη φάτνη τους. Επειδή τα άλογα αυτά ήταν τόσο άγρια και επικίνδυνα ο Διομήδης τα κρατούσε μέσα στο στάβλο τους δεμένα με χοντρές σιδερένιες αλυσίδες ενώ γύρω από το στάβλο είχε βάλει φρουρούς με όπλα να τα φυλάνε.
Ο Ηρακλής γνωρίζοντας όλα αυτά μάζεψε τους γενναίους φίλους του, μεταξύ αυτών ήταν και ο αγαπημένος του φίλος Άβδηρος, μπήκαν σε ένα καράβι με σκοπό να αντιμετωπίσουν το Διομήδη και τα φοβερά του άλογα. Ξεκίνησαν και μετά από κάποιες μέρες ταξίδι πέρασαν τη Θάσο και άραξαν στην απέναντι ακτή. Μόλις πάτησαν το πόδι τους στη στεριά πήγαν κατευθείαν στους στάβλους του Διομήδη. Εκεί ο Ηρακλής σκότωσε τους φρουρούς και πήρε τα άλογα και τα πήγε κοντά στο πλοίο και άφησαν τον Άβδηρο να τα φυλάει. Στο μεταξύ ο Διομήδης πήρε είδηση τι είχε γίνει φώναξε τους Βίστονες να πάνε να καταδιώξουν τον Ηρακλή. Ο Ηρακλής με τους συντρόφους του αντιμετώπισαν το Διομήδη και τους Βίστονες. Ο Διομήδης σκοτώθηκε από τον Ηρακλή και βλέποντάς τον οι Βίστονες νεκρό το βάλανε στα πόδια. Όταν ο Ηρακλής γύρισε στο καράβι τον περίμενε ένα φρικτό θέαμα. Τα άλογα του Διομήδη είχαν κατασπαράξει το φίλο του, τον Άβδηρο. Πήρε τα άλογα και τα έδεσε με αλυσίδες και στη συνέχεια μάζεψε ό,τι είχε απομείνει από το φίλο του και τον έθαψε. Δίπλα στον τάφο του ίδρυσε την πόλη Άβδηρα και όρισε να γίνονται κάθε χρόνο αγώνες για να τον τιμούν. Αφού τέλειωσαν όλα αυτά μπήκε στο πλοίο και πήγε τα άλογα στον Ευρυσθέα, ο οποίος τα άφησε ελεύθερα. Αυτά περιπλανήθηκαν και κάποτε έφτασαν στον Όλυμπο όπου τα έφαγαν άλλα άγρια θηρία. Άλλη παραλλαγή του μύθου λέει ότι ο Ηρακλής πήγε μόνος του στο Διομήδη και για να πάρει ζωντανές τις φοράδες έκανε το εξής: έριξε τον ίδιο το Διομήδη στη φάτνη των αλόγων και αφού τον έφαγαν ημέρεψαν και τα οδήγησε ζωντανά στον Ευρυσθέα.
Πηγές
* http://www.patridamou.gr/?p=1202
Hellenica World - Scientific Library
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License