.
Η υπεραξία (αγγλ. goodwill) μιας επιχείρησης προκύπτει από τη διαφορά που τυχόν παρατηρείται μεταξύ του κόστους επένδυσης σε αυτήν (σε μια πιθανή εξαγορά της), δηλαδή του χρηματικού αντιτίμου στο οποίο συμφωνείται η συναλλαγή και της εσωτερικής αξίας απόκτησης, δηλαδή της λογιστικής αξίας στην οποία αποτιμάται βάσει των βιβλίων της (εφαρμόζοντας το ποσοστό συμμετοχής στα Ίδια Κεφάλαιά της). Η υπεραξία αυτή μπορεί να προκύπτει από πιθανώς υποτιμημένα ή υπερτιμημένα στοιχεία του Ενεργητικού ή και των Υποχρεώσεων, ή να οφείλεται στην υπεραξία απόκτησης, δηλαδή τη φήμη και πελατεία.
Φήμη και Πελατεία
Ο «αέρας» μίας επιχείρησης αναφέρεται στην επιπλέον αξία που μπορεί να έχει, λόγω της καλής φήμης, της πελατείας ή της θέσης και, κατ΄ επέκταση, το χρηματικό ποσό που αναλογεί σε αυτήν. Είναι μέγεθος το οποίο μπορεί να πωληθεί ή να αγοραστεί και τότε εγγράφεται στις οικονομικές καταστάσεις των συναλλασσομένων μερών. Ως «αέρας» χαρακτηρίζονται και οι μάρκες (brands) μιας επιχείρησης.
Αντιπαραβολή Εννοιών Λογιστικής και Marketing
Συχνά τα Τμήματα Οικονομικών και Marketing αναφέρονται στην έννοια της υπεραξίας με διαφορετικές ερμηνείες. Στο χώρο της λογιστικής επικρατεί ο όρος της Υπεραξίας Καθαράς Θέσης (Goodwill Equity), ενώ στο χώρο του Marketing χρησιμοποιούν τον όρο Υπεραξία Μάρκας (Brand Equity). Στην πρώτη περίπτωση οι λογιστές αναφέρονται στη διαφορά που προκύπτει μεταξύ της αξίας συναλλαγής και της εσωτερικής λογιστικής αξίας της Καθαράς Θέσης (Στοιχεία Ενεργητικού-Υποχρεώσεις) που κατανέμεται σε υπερεκτιμημένα και υποεκτιμημένα στοιχεία και ό,τι περισσεύει λογίζεται ως φήμη και πελατεία, ενώ στη δεύτερη περίπτωση αναφέρονται στην επιπλέον αξία που διαφοροποιεί ένα προϊόν ή εταιρία που είναι επώνυμο-η από τα υπόλοιπα-ες ανώνυμα-ες προϊόντα και εταιρίες.