.
Γενικά με τον όρο αγορά στην οικονομική επιστήμη χαρακτηρίζεται ένας θεωρητικός χώρος στον οποίο απαντάται η προσφορά και ζήτηση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, ή συγκεκριμένος χώρος που συγκεντρώνονται συναλλασόμενοι εμπορικά ή ακόμα και το σύνολο αυτών των συναλλασσομένων ή του είδους αυτών, κατά ακολουθούμενη πρακτική.
Ανάλυση του όρου
Wet market in Singapore
Γενικά σήμερα ο όρος αγορά αποδίδεται με τη σημασία κάποιου χώρου όπου γίνονται αγοραπωλησίες αγαθών, π.χ. Δημοτική Αγορά Αθήνας, ή κατ΄ έκφραση «’’θα κατέβω στην αγορά’’». Στη σύγχρονη όμως Οικονομική και τα οικονομικά συστήματα η έννοια της αγοράς έχει μια ευρύτερη σημασία θεωρητικού χώρου όπου πραγματοποιούνται οι εμπορικές συναλλαγές.
Ο Αλφρέδος Μάρσαλ του οποίου το έργο «Αρχές της Οικονομικής» που εξέδωσε το 1890 και που αποτέλεσε διάσημη αυθεντική πηγή στους διάφορους οικονομολόγους βασίστηκε στον ορισμό που είχε δώσει ο Γάλλος οικονομολόγος Α. Κουρνό που πρώτος έδωσε την έννοια του θεωρητικού χώρου μέσα στον οποίο πωλητές και αγοραστές βρίσκονται σε ελεύθερη επικοινωνία καθώς και οι τιμές των ομοειδών αγαθών ταχύτερα και ευκολότερα τείνουν έτσι να εξισωθούν.
Στον ορισμό, του Κουρνό, ο Μάρσαλ πρόσθεσε ότι: «όσο πλησιέστερα στο τέλειο βρίσκεται μία αγορά, τόσο ισχυρότερη καθίσταται η τάση, οι καταναλωτές ν΄ αποκτούν το ίδιο προϊόν, την ίδια χρονική στιγμή, σε οποιοδήποτε σημείο αυτής της αγοράς, στην ίδια τιμή».
Με αυτές τις θέσεις ορίσθηκε τελικά ο σημερινός όρος της αγοράς που κύριος συνδετικός κρίκος σε παράλληλες έννοιες αποτελεί η σχέση προσφορά και ζήτηση, εξ ου και η αναφορά της στον ορισμό.
Διάκριση αγορών
Οι αγορές διακρίνονται κυρίως κατά τόπο δραστηριότητας, κατά μορφή ή τύπο δραστηριότητας και κατά είδος διακινούμενου αγαθού.
Κατά τόπο δραστηριότητας οι αγορές διακρίνονται σε: "τοπικές", "εθνικές" και "διεθνείς ".
Κατά τύπο ή μορφή, οι αγορές διακρίνονται σε: ελεύθερη αγορά, ή αγορά ελεύθερου συναγωνισμού, αγορά ευτελούς συναγωνισμού και αγορά άνευ συναγωνισμού, και
Κατά διακινούμενα αγαθά, οι αγορές διακρίνονται σε: "αγορά πρωτογενών προϊόντων," "βιομηχανικών προϊόντων", "αγορά υπηρεσιών" (παροχής), (π.χ. μεταφορές), αγορά εργασίας κλπ.
Κατά μια συμφωνία αγοράς: π.χ. αγορά ενός οικοπέδου δηλαδή το να πληρώνει κανείς για να αποκτήσει κάτι κλπ.
Ανεξάρτητα της παραπάνω γενικής διάκρισης υφίστανται στη πράξη και άλλες επιμέρους διακρίσεις π.χ. χρηματαγορά, ναυλαγορά, αγορά κεφαλαίου, χρηματιστηριακή, τραπεζική, χρυσού κ.α.π.