.
Με τον όρο Αμφιθέατρο χαρακτηρίζεται το κυκλικό ή ελλειψοειδές θέατρο που ονομάζεται έτσι από την επικλινή και κυκλοτερή διάταξη των καθισμάτων των θεατών («αμφί=πέριξ τας έδρας»), εξ ου και το επίθετο και επίρρημα αμφιθεατρικό, αμφιθεατρικά επί της σημασίας από ύψους θέας σε αντιδιαστολή των επιπέδων θεάτρων όπου η θέα δυσχεραίνεται από τα πρώτα καθίσματα ή κερκίδες.
Ιστορικά το αμφιθέατρο είναι ρωμαϊκό κατασκεύασμα που προήλθε από την ένωση δύο ελληνικών αντιτακτών θεάτρων που πιθανώς να κατασκευάστηκαν για να καλύπτουν μεγάλο χρόνο παραστάσεων έτσι ώστε οι θεατές να μην έχουν τις ακτίνες του ήλιου αντίθετα. Το πρώτο αμφιθέατρο κατασκευάσθηκε το 59 π.Χ. στη Ρώμη από τον Sribonius Curio που ήταν ξύλινο με μεγάλη παλαίστρα προερχόμενη από την ένωση δύο ορχηστρών. Το διπλό αυτό θέατρο (είδος θεάτρου) τελειοποιήθηκε από τον Καίσαρα όπου και ονομάσθηκε Αμφιθέατρο για το σχήμα και τη διάταξή του.
Ιδεατή τομή σφενδόνης ρωμαϊκού αμφιθεάτρου
Τα αμφιθέατρα διαδόθηκαν σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία με σύνηθες σχήμα ελλειψοειδές, σπανιότερα κυκλικό που χρησιμοποιούνταν όχι βεβαίως για θεατρικές παραστάσεις αλλά μόνο για μονομαχίες, θηριομαχίες, μικρές αρματοδρομίες κλπ. γι΄ αυτό και δεν έφεραν σκηνή αλλά τη λεγόμενη «κονίστρα» που ονομάζονταν έτσι από την άμμο με την οποία και καλύπτονταν. Η κονίστρα περιβάλλονταν από προστατευτικό τείχος πάνω από το οποίο φέρονταν οι κερκίδες σε τρία μεγάλα οριζόντια τμήματα που χωρίζονταν με διαζώματα. Τα τμήματα αυτά λέγονταν moeniana. Το δε ανώτερο βασίζονταν σε δικό του κρηπίδωμα. Το όλο οικοδόμημα έφερε στέγη υπό μορφή σκηνής. Προς τη κονίστρα οδηγούσαν δύο πύλες η «της ζώσης σαρκός», από την οποία εισέρχονταν οι αγωνιζόμενοι και η «νεκρική», από την οποία και απομακρύνονταν οι νεκροί.
Το αρχαιότερο σωζόμενο αμφιθέατρο είναι το περίφημο Κολοσιαίο που ανεγέρθηκε από τον Βεσπασιανό και είχε χωρητικότητα 100.000 θεατών.
Ιστορική αρχιτεκτονική συνέχεια των αμφιθεάτρων είναι τα σημερινά ανά τον κόσμο Στάδια αθλητικών αγώνων. Αμφιθεατρικό σχήμα έχουν επίσης οι πανεπιστημιακές αίθουσες, οι αίθουσες προβολής και παρουσίασης και οι αίθουσες των συνεδριακών κέντρων.
Ιστορία θεαμάτων
Γενικά το αμφιθέατρο υπήρξε δημιούργημα βάρβαρων εθίμων όπως της μονομαχίας και θηριομαχίας στα οποία προσέτρεχαν οι Ρωμαίοι με πάθος για να βλέπουν σκοτωμούς αίματα και πτώματα δυστυχισμένων μονομάχων ή καταβροχθισμούς αυτών από άγρια θηρία που με επιμέλεια διατηρούνταν σε εσωτερικούς χώρους αυτών καλλιεργώντας έτσι τα πλέον άγρια ένστικτα. Η ιστορία των μονομαχιών στην αρχαία Ρώμη μέσα στα αμφιθέατρα αποτελεί ένα θλιβερό κεφάλαιο δημόσιου βίου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας γεμάτοαπό τραγικές σκηνές, αλληλοσπαραγμούς και άφθονης αιματοχυσίας μόνο και μόνο για ευχαρίστηση και ψυχαγωγία του εκβαρβαρωμένου ψυχικά λαού.
Αρκεί να σημειωθεί ότι ο Αυτοκράτορας Τραϊανός προκειμένου να εορτάσει τον θρίαμβό του κατά των Δακών διέταξε σειρά αγώνων πολλαπλών μονομαχιών κατά τους οποίους αλληλοσφάγησαν 10.000 περίπου μονομάχοι. Στρατολογούνταν δε αυτοί από τους κατάδικους και δούλους πολλοί εκ των οποίων όμως κατέρχονταν στους αγώνες δελεαζόμενοι από την πραγματικά πολύ υψηλή αμοιβή που έφθανε περίπου τις 20.000 προπολεμικές δραχμές.
Τα βάρβαρα αυτά θεάματα των αμφιθεάτρων είχαν γίνει τόσο απαραίτητα από τη μακρά συνήθεια ώστε διατηρήθηκαν για πολλούς αιώνες μέχρι που με αυστηρό διάταγμα του Μέγα Κωνσταντίνου απαγορεύτηκαν τελείως. Αλλά και πάλι οι Ρωμαίοι με διάφορους τρόπους διατήρησαν τις μονομαχίες μέχρι το 404 που καταργήθηκαν οριστικά από τον Ονώριο. Οι θηριομαχίες όμως διατηρήθηκαν επί μακρό ακόμα διάστημα παρ΄ όλες τις επεμβάσεις χριστιανών επισκόπων.
* Χαρακτηριστικός παρέμεινε στην ιστορία o χαιρετισμός Άβε Καίσαρ που ακούγονταν στο χώρο του αμφιθεάτρου από τους μονομάχους όπως επίσης και η κίνηση του αντίχειρα του αυτοκράτορα προς τα κάτω ή προς τα άνω (πολύ σπάνια) για την τελική ή όχι θανατική καταδίκη.
* Κατάλοιπο εκείνων των θηριομαχιών σε εκλεπτυσμένη μορφή και χαρακτήρα είναι οι σημερινές ταυρομαχίες στην Ισπανία.
Δείτε επίσης
* Ιππόδρομος
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License